Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019

Παντελή Χορν: "Το Μελτεμάκι"

Παίζουν: Πέμυ Ζούνη, Γιάννης Μόρτζος, Μελίνα Μποτέλη, Άννα Βαγενά, Ράνια Οικονομίδου, Τάσος Περζικιανίδης

Σκηνοθεσία: Ανδρέας Αντωνιάδης


Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019

Σκοτώνει ο γάμος τον έρωτα;

Αλήθεια ή μύθος ότι «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα»; (Μία όχι απαραίτητα συμβατική προσέγγιση)


Ακούμε συχνά να λέγεται πως «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα». Αν και δεν ανήκω στους φανατικούς υπερασπιστές παραδοσιακών θεσμών, βρίσκω τη φράση το ίδιο παράλογη μ’ εκείνη που λέει πως «το αλκοόλ σκοτώνει»! Το αλκοόλ δεν είναι αφ’ εαυτού του ένα κακό πράγμα: το χρησιμοποιούμε για απολύμανση στις πληγές, ενώ ένα-δύο ποτηράκια κρασί με το φαγητό λέγεται πως κάνουν καλό στην υγεία. Από την άλλη, η οδήγηση υπό την επήρεια της ουσίας μπορεί να αποβεί μοιραία. Το αν το οινόπνευμα είναι «καλό» ή «κακό» εξαρτάται από το πώς το χρησιμοποιούμε.

Με την ίδια ακριβώς λογική, πριν σπεύσουμε να δαιμονοποιήσουμε τον γάμο ως μοναδικό κι αποκλειστικό «φονέα» του έρωτα, θα πρέπει να εξετάσουμε τον τρόπο διαχείρισης του θεσμού από τα ίδια τα συμβαλλόμενα μέρη. Ίσως τότε διαπιστώσουμε ότι η πραγματική παθογένεια του γάμου κρύβεται κάτω από μία θετική του πλευρά, της οποίας όμως γίνεται κακή χρήση: το αίσθημα της σιγουριάς.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εχθρός του έρωτα από την ψευδαίσθηση του δεδομένου ως αυτονόητου. Την αντίληψη, δηλαδή, πως μόλις η πρώτη σπίθα γίνει φωτιά, όλα παίρνουν νομοτελειακά τον δρόμο τους και η σχέση, με κάποιον μαγικό τρόπο, αυτοσυντηρείται χωρίς να απαιτεί να «ρίχνουμε ξύλα στο τζάκι». Ξεχνούν όμως οι κατ’ όνομα εραστές πως το αίσθημα της βεβαιότητας πρέπει να ανανεώνεται μέσα από διαρκή επανακατάκτηση του ερωτικού εταίρου. Η παράβλεψη αυτής της προϋπόθεσης ευθύνεται σημαντικά για την εξάτμιση του ερωτικού αισθήματος: Θεωρώντας καθένας εκ των δύο εραστών τον άλλον ως «αυτονόητα» δεδομένο, παύει να αποδύεται στον καθημερινό αγώνα να κατακτήσει εξαρχής τον ερωτικό του σύντροφο επιστρατεύοντας τον καλύτερο εαυτό του. Κι αυτή η από μέρα σε μέρα ανανέωση της αίσθησης του «ανήκειν» είναι που αναζωογονεί τη σχέση και την καθιστά βιώσιμη στον χρόνο.

Η μεγαλύτερη παγίδα στον γάμο, σε ό,τι αφορά την επιβίωση του ερωτικού αισθήματος, είναι η σταδιακή μετάλλαξη του «θέλω» σε «πρέπει». Ακούμε συχνά τη φράση-δηλητήριο: «Ο γάμος έχει υποχρεώσεις!» Κι ο ίδιος ο έρωτας, μάλιστα, προβάλλει ως «υποχρέωση» (αναφέρομαι, φυσικά, στη γελοία αντίληψη περί «συζυγικών καθηκόντων»). Έτσι, το αίσθημα της ελεύθερης επιλογής καταπνίγεται προς όφελος του αισθήματος του χρέους. Κι ο έρωτας, ως γνωστόν, δεν ανθεί ποτέ αν του στερήσεις την πιο βασική τροφή του: την ελευθερία!

Ας δούμε, ενδεικτικά, μερικά από τα αντιερωτικά «πρέπει» που ασυλλόγιστα υιοθετούνται κι αρθρώνονται στο πλαίσιο του θεσμού:

– Οφείλεις να με ακολουθείς στις κοινωνικές μου υποχρεώσεις, έστω κι αν δεν αισθάνεσαι βολικά, γιατί δεν θέλω να εμφανίζομαι μόνος / μόνη μου!

– Πρέπει να ρίξεις τη μύτη σου και να πας να παρακαλέσεις. Καλή η αξιοπρέπεια, αλλά τώρα έχεις οικογένεια!

– Δεν πρέπει να ξοδεύεις τόσο χρόνο με τους φίλους / τις φίλες σου. Σε χρειάζεται και το σπίτι!

– Καλά είναι τα χόμπι κι ο ελεύθερος χρόνος, όταν δεν έχεις υποχρεώσεις. Τώρα υπάρχουν άλλες προτεραιότητες!


Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα «πρέπει», σε ό,τι αφορά την βιωσιμότητα του ερωτικού αισθήματος, είναι η αντίληψη της αναγκαιότητας του «αυτοκόλλητου». Η άποψη, δηλαδή, ότι, σε έναν υγιή γάμο οι δύο εταίροι πρέπει να μοιράζονται την κάθε στιγμή. Θα σταθώ ιδιαίτερα σε ένα ζήτημα που θεωρώ σημαντικό, κι ας μην του έχει δοθεί η πρέπουσα σημασία: Ακούμε συχνά πως μία ασφαλής ένδειξη δυσλειτουργικότητας σε έναν γάμο είναι οι χωριστές κρεβατοκάμαρες. Αν το δεχθούμε ως δόγμα, τότε παραβλέπουμε κάποιες πολύ βασικές παραμέτρους στον ερωτικό μηχανισμό.

Ας σκεφτούμε απλά: Γιατί μία ερωτική σχέση στις αρχικές φάσεις της είναι έντονη και κατορθώνει να κρατά τους εραστές σε εγρήγορση; Διότι η προσβασιμότητα του ενός στον άλλο δεν είναι δεδομένη κι αυτονόητη αλλά αποτελεί προνόμιο που πρέπει διαρκώς να ανανεώνεται. Αυτή η μαγεία της ανανέωσης, όμως, εξανεμίζεται κάτω από μονίμως κοινά κλινοσκεπάσματα. Όπως χαρακτηριστικά άκουσα κάπου να λέγεται, μετά από μερικά χρόνια αγγίζεις ένα παραπλεύρως κείμενο σώμα και δεν διαφέρει πολύ από το ν’ αγγίζεις το δικό σου! Έτσι, η εξ ορισμού κοινή κρεβατοκάμαρα στερεί από τους εραστές την συγκίνηση που προσφέρει η προοπτική του μηδενισμού των αποστάσεων, και την γοητεία της προσπάθειας για συνεχή «κατάκτηση» του ερωτικού συντρόφου.

Μία από τις πλέον νοσηρές παρενέργειες του αισθήματος του δεδομένου στον γάμο είναι το «δικαίωμα» στον αλληλοεξευτελισμό. Δεν βλέπω πια τηλεόραση, αλλά μου μετέφεραν το περιστατικό: Σε talk show ιδιωτικού καναλιού, πριν πολύ καιρό, μία φιλοξενούμενη ακούστηκε να περιγράφει - υπό τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα σημαντικού μέρους του γυναικείου ακροατηρίου - την χλευαστική απάντηση που είχε δώσει στον σύζυγό της όταν εκείνος «τόλμησε» να ζητήσει λίγο χρόνο για τον εαυτό του, έξω από τις υποχρεώσεις του σπιτιού. Ομοίως ήρθε εις γνώση μου, παλιότερα, μία σκηνή σε εστιατόριο ξενοδοχείου, όταν ο σύζυγος παρακάλεσε την σύντροφό του να του γεμίσει το πιάτο από τον μπουφέ:

– Πήγαινε φτιάξ' το μόνος σου! Κουλός είσαι;

Δεν λείπουν, βέβαια, και οι συνήθεις χαρακτηρισμοί «άχρηστε», «ανίκανε», «ανώριμε», κλπ., συνοδευόμενοι συχνά από συγκριτικές αναφορές σε άλλα, «αξιότερα» αρσενικά...

Οι άντρες, από τη μεριά τους, έχουν κι εκείνοι τους δικούς τους τρόπους να υποβαθμίζουν τις γυναίκες τους. Για παράδειγμα, δεν παραλείπουν να εκφράσουν ανοιχτά τον θαυμασμό τους για άλλες γυναίκες που, υποτίθεται, πληρούν περισσότερο τα αισθητικά τους κριτήρια, ενώ παράλληλα αποδύονται σε έναν αγώνα διαρκούς επιβεβαίωσης ενός ανδρισμού που μονίμως αναζητά έξωθεν χορηγούμενα "πιστοποιητικά"…

Ατέρμων ο κατάλογος των λαθών που σκοτώνουν το ερωτικό αίσθημα στο πλαίσιο του γάμου. Κορυφαίο όλων, η αντίληψη πως μέσα στον θεσμό ο άλλος αυτοδίκαια γίνεται κτήμα μας. Έτσι, το θεωρούμε φυσικό να απαιτήσουμε να υποκαταστήσει την βούλησή του/της με την δική μας. Ξεχνούμε, εν τούτοις, ότι ο έρωτας απαιτεί δύο ανεξάρτητες, ελεύθερες βουλήσεις για να αναπτυχθεί, ενώ η ύπαρξη μιας μοναδικής βούλησης δεν αντιστοιχεί σε ερωτική σχέση αλλά μάλλον σε αυτοπάθεια.

Τελικά, λοιπόν, αληθεύει ότι ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα; Η άποψή μου είναι πως αυτός τούτος ο θεσμός στερείται… δολοφονικών διαθέσεων και μεθοδεύσεων. Είναι η κακοδιαχείριση των ιδιαιτεροτήτων του θεσμού αυτού από τα συμβαλλόμενα μέρη που ευθύνεται για την σταδιακή άμβλυνση, έως και την ολοκληρωτική εξανέμιση, των ερωτικών αισθημάτων. Εις επίρρωση των λεγομένων, θα επικαλεστώ προσωπική μαρτυρία. Έζησα για πολλά χρόνια στην Αμερική κοντά στους Μορμόνους, μία ιδιαίτερα συντηρητική κοινότητα. Οικογένειες με τέσσερα, πέντε ή έξι παιδιά δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Εν τούτοις, όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, είδα ζευγάρια σε τέτοιες οικογένειες να παραμένουν ερωτευμένα ως τα βαθιά τους γεράματα! Βασικά συστατικά της κοινής ζωής τους, ο αλληλοσεβασμός και η διαρκής ανανέωση της σχέσης με κάθε δημιουργικό τρόπο.

Ο γάμος, λοιπόν, δεν σκοτώνει τον έρωτα αλλά, απλά, ευνοεί συνθήκες αυτοχειρίας του ερωτικού αισθήματος, με ευθύνη των ίδιων των εραστών. Και, θα το πω ωμά: ένας νεκρός από συναισθήματα γάμος δεν έχει λόγους ύπαρξης. Ένας έντιμος και αξιοπρεπής διαχωρισμός είναι σαφώς προτιμότερος και λιγότερο φθοροποιός από έναν διαρκή αλληλοεξευτελισμό και μία ατέρμονη ηθική αλληλοεξόντωση…

Aixmi.gr

Ο συμφωνικός χαρακτήρας της "Ντάμα Πίκα" του Τσαϊκόφσκι

Ακόμα κι όταν συνέθετε όπερες, ο Tchaikovsky ήταν πάντα συμφωνιστής. Ένα καλό παράδειγμα είναι η "Ντάμα Πίκα", η οποία, κατά μία έννοια, είναι μία μεταμφιεσμένη συμφωνία που σε πολλά θυμίζει τις μεγάλες συμφωνικές δομές του Gustav Mahler. Αυτή η "συμφωνία" σε τρία μέρη (πράξεις) και επτά κινήσεις (σκηνές) χτίζεται πάνω σε τρία μουσικά θέματα που λειτουργούν ως Leitmotiv στο οπερατικό επίπεδο. (Έχουμε εδώ μία σημαντική διαφορά από τις όπερες του Wagner, οι οποίες χρησιμοποιούν έναν μεγάλο αριθμό μουσικών θεμάτων που δεν σχετίζονται μεταξύ τους και έτσι δεν μπορούν τυπικά να θεωρηθούν σαν "συμφωνίες".)

Έχω επιλέξει εδώ το τέλος της δεύτερης και της τρίτης πράξης του αριστουργήματος του Tchaikovsky. Στην πρώτη σκηνή ακούγονται και τα τρία Leitmotiv της όπερας και, προς το τέλος της σκηνής αυτής, η αντίθεση ανάμεσα στο θέμα της αγάπης και το θέμα των τριών χαρτιών συμβολίζει τον διχασμό στη σκέψη και τα αισθήματα του Herman. (Είναι, θα λέγαμε, μία μουσική περιγραφή της σχιζοφρένειας!) Στο φινάλε της όπερας (τέλος της δεύτερης σκηνής) το θέμα της αγάπης ακούγεται ξανά, αυτή τη φορά στην εξαγνισμένη του μορφή, μετά την τελική κάθαρση...

Ο Valery Gergiev διευθύνει την Kirov Orchestra της Αγίας Πετρούπολης. Herman ο Gegam Grigorian, Liza η Maria Gulegina, Κόμισσα η Ludmila Filatova.