Πρωί Παρασκευής 10/6/2016... Εκπομπή οικονομικής ενημέρωσης στον δημοτικό ραδιοφωνικό σταθμό της πρωτεύουσας τριτοκοσμικής χώρας... Παρουσιαστές, οι δύο από τους τρεις τακτικούς παραγωγούς της εκπομπής (ένα μέλος της ραδιοφωνικής «τρόικας» εκτάκτως απουσιάζει)...
Στο ξεκίνημα της εκπομπής οι παρουσιαστές μιλούν χαλαρά, σαν δυο παλιόφιλους που τα πίνουν σε κάποια ταβέρνα έχοντας ήδη καταναλώσει μερικές μπύρες. Αναφερόμενος στην επικείμενη έναρξη του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου το βράδυ της ίδιας μέρας, ο ένας εξ αυτών, με εκείνη τη χαρακτηριστική άνεση που φανερώνει την απόλυτη αυτεπίγνωση μιας macho μαγκιάς, ακούγεται να λέει, επί λέξει, τα εξής:
«Ευκαιρία για τις κυρίες να κάνουν καμιά βόλτα μόνες τους... Άμα είσαι single (σ.σ: αναφέρεται σε άντρα) και θέλεις να... αυτό... (εμφανής εδώ ο σεξουαλικός υπαινιγμός) οι καλύτερες μέρες να βγεις έξω μήπως... αυτό... είναι όταν έχει μπάλα το βράδυ. Γιατί, κυκλοφορούν παντρεμένες μόνες τους!»
Μετά το αρχικό «καλαμπούρι», η συζήτηση σοβάρεψε και στράφηκε στα οικονομικά. Κάποια στιγμή, ο έτερος παρουσιαστής βρήκε την ευκαιρία να ξεδιπλώσει κι αυτός το ταλέντο του, βγάζοντας με τον γνώριμο εμπαθή και σαρκαστικό του τόνο τη συνήθη χολή κατά του συνόλου των δημοσίων λειτουργών της χώρας, στους οποίους κατά κανόνα – και χωρίς κανένα διαχωρισμό – αναφέρεται σαν να πρόκειται για κοινωνικά απόβλητα!
Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι πως, κάποια στιγμή λίγο αργότερα, ο ίδιος παρουσιαστής σχολίασε την τάση που υπάρχει σ’ αυτή τη χώρα να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε «εχθρούς» και «φίλους», σε «εμάς» και τους «άλλους». Προφανώς έχουμε να κάνουμε με ένα είδος μανιχαϊσμού «αλά καρτ»...
Αν το εναρκτήριο οιονεί χιούμορ της εκπομπής – αποθέωση του σεξιστικού κιτς – ήταν απλά ένα στιγμιαίο ολίσθημα (που αποτελεί, ασφαλώς, προσβολή για όλους τους ακροατές και αδικεί τη γενικότερη αισθητική του σταθμού), δεν μας είναι εύκολο να είμαστε δεκτικοί απέναντι στον εμπαθώς εκφερόμενο λόγο που συστηματικά απαξιώνει και χλευάζει αδιακρίτως μία ολόκληρη τάξη εργαζομένων, ενώ παράλληλα ενσπείρει (ή, έστω, ενθαρρύνει) τον διχασμό σε μια κοινωνία που έφτασε ήδη στα όρια της αντοχής της μετά από πολύχρονη οικονομική κρίση.
Το να αναδεικνύει κάποιος τις παθογένειες του δημόσιου τομέα της χώρας είναι όχι μόνο αποδεκτό αλλά και απολύτως αναγκαίο, ιδιαίτερα μάλιστα στο πλαίσιο μιας σοβαρής οικονομικής ανάλυσης (όπως αυτή που, για να είμαστε δίκαιοι, κατά τα άλλα απολαμβάνει ο ακροατής της εν λόγω εκπομπής). Όπως, όμως, δεν είναι διανοητό να συκοφαντεί κανείς, π.χ., το σύνολο των γιατρών λόγω του ελεεινού συστήματος δημόσιας υγείας, ή το σύνολο των δασκάλων φορτώνοντάς τους την ευθύνη για όλα τα κακώς κείμενα στην εκπαίδευση, έτσι είναι και απολύτως απαράδεκτο να στοχοποιείται συλλήβδην μία ολόκληρη τάξη εργαζομένων επειδή ένα κομμάτι της (αν θέλετε, όχι αμελητέο) οφείλει την ύπαρξή του σε διαχρονικές αμαρτωλές πολιτικές σκοπιμότητες ποικίλλων κομματικών αποχρώσεων.
Το να μιλά κανείς απαξιωτικά και αδιακρίτως για «πελάτες του συστήματος» αναφερόμενος σε ένα ευρύ (έστω, αδικαιολόγητα ευρύ!) τμήμα της κοινωνίας, προβάλλοντάς το σαν κοπάδι άχρηστων ζώων που ευτύχησαν να έχουν μια προνομιακή – είναι αλήθεια – σχέση εργασίας, αποτελεί ύβρη για εκείνους που υπηρετούν με ευσυνειδησία και συνέπεια το δημόσιο λειτούργημα που τους έχει ανατεθεί. Ακόμα και αν, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, αυτοί αποτελούν τη μειοψηφία στο «κοπάδι»...
Δημόσιοι λειτουργοί δεν είναι μόνο κάποιοι αντικειμενικά υπεράριθμοι που αξιοποίησαν μια πολιτική γνωριμία για να βολευτούν σε κάποια θεσούλα στη δημόσια διοίκηση, ούτε μόνο οι τύραννοι των συντεχνιακών συμφερόντων που ταλαιπωρούν κάθε λίγο την κοινωνία. Ως «πελάτες» στοχοποιούνται (αφού ουδείς εννοιολογικός διαχωρισμός επιχειρείται από τους κριτές) και κάποιοι άλλοι εργαζόμενοι – κάθε άλλο παρά καλοπληρωμένοι – που αγωνίζονται, συχνά κάτω από αντίξοες συνθήκες, για να κρατήσουν την κοινωνία ζωντανή και τη χώρα όρθια. Άνθρωποι όπως γιατροί, εκπαιδευτικοί, μηχανικοί, στρατιωτικοί, αστυνομικοί, πυροσβέστες, και τόσοι άλλοι (εξαιρώ τους ασυνείδητους που, δυστυχώς, υπάρχουν σε κάθε τάξη εργαζομένων), των οποίων το έργο είναι τόσο ανεκτίμητο ώστε και αυτός τούτος ο μισθός να μην είναι παρά μια μορφή οφειλόμενης από την Πολιτεία συμβολικής «αποζημίωσης»!
Κατανοώ ότι η ακροαματικότητα μιας εκπομπής στα ΜΜΕ είναι ευθεία συνάρτηση του βαθμού στον οποίο ο λόγος της είναι αρεστός στον μέσο ακροατή ή θεατή. Υπάρχει όμως και μία ηθική προϋπόθεση: η ικανοποίηση ενός μέρους του κοινού να μην συνεπάγεται τον κανιβαλισμό εις βάρος ενός άλλου. Τούτο ισχύει ακόμα περισσότερο αν πρόκειται για δημοτικά (ή, εν γένει, δημόσια) ΜΜΕ, στη λειτουργία των οποίων συμβάλλουν όλοι οι φορολογούμενοι πολίτες, ανεξάρτητα από προσωπικά δεδομένα όπως η πολιτική ιδεολογία ή το είδος της εργασίας του καθενός.
Σε ό,τι αφορά ειδικά την ραδιοφωνική εκπομπή στην οποία αναφερθήκαμε, θα πρέπει να συστήσουμε μεγαλύτερη μετριοπάθεια στον ένα, τουλάχιστον, εκ των τριών παραγωγών, του οποίου ο εμπαθώς και με ιδιαίτερο φανατισμό εκφερόμενος λόγος υπονομεύει την αξιοπιστία των απόψεων που ο ίδιος διατυπώνει. Ακόμα και εκείνων των απόψεων με τις οποίες θα μπορούσε κάποιος να συμφωνήσει καταρχήν!
Και, τέλος, τα σεξιστικά καλαμπούρια – ιδιαίτερα εκείνα που παραβιάζουν κάθε έννοια ευπρέπειας και προσβάλλουν την αισθητική των ακροατών – είναι ιδανικά για την αντροπαρέα που χαλαρώνει στο μπαρ με μερικά «ποτάκια». Καλό θα ήταν, λοιπόν, να μένουν εκεί...
Aixmi.gr