Χαμένες όλες οι πατρίδες σου, παππού...Αυτή με βιάση που άφησεςκυνηγημένος σαν τ’ αγρίμιμες από άβατα βουνά διαβαίνοντας,μέρες συντηρημένοςμ’ αυτά που έλεγες με τίποταδεν τρώγονται ωμά, όποια η πείνα,με τη φρικτή ανάμνηση νωπήπατέρα κι αδελφής σφαγμένωναπ’ τα χέρια πρώην αδελφών,με μόνη ελπίδα σωτηρίαςτην Ελλάδα που σε πρόδωσε(κι ας λες οι ξένοι που μας έβαλανκαι μόνους μας αφήκανπως ήταν οι εχθροί).Χαμένη είν’ κι αυτήεδώ που ήρθες κάποτεγυρεύοντας μια νέα ζωή,απ’ το πηγάδι πίνονταςτο πρώτο σου γλυφό νερόπου σου ‘δειξαν με περιφρόνηση,αποξηραίνοντας βάλτους ατέλειωτουςνα κάνεις λίγη γη να μείνεις,να καλλιεργήσεις...Κι ως άρχισ’ η ζωή τριγύρω σουδειλά ν’ ανθίζει πάλι,τα χώματά σου πάτησανκαινούργιοι εχθροί,πήραν το βιος που μόχθησεςνα θρέψουν άσπλαχνους ξένους στρατούςκαι σ’ άβατα βουνά ξανά σε στείλαν.Και σαν κι αυτοί νικήθηκανκαταμεσής στο δρόμο βρέθηκεςσε διασταυρούμενα πυράαδελφοκτόνας μάχης,ενός πολέμου ίσαμε σήμεραπου ωραία και καλά κρατείκαι τρώει τα παιδιά μας.Αφού η Ελλάδα γι’ άλλη μια φοράπαππού σε πρόδωσε(κι από τον τάφο ας λες εσύοι ξένοι που ζητούν τα δανεικάπάντα οι εχθροί πως είναι).
Σχόλιο:
Η Ελλάδα από τη Μικρασιατική Καταστροφή ως τα Μνημόνια, μέσα - και πέρα - από την πορεία ζωής ενός πρόσφυγα που έζησε κάποτε στη Βόρεια Εύβοια. Το ποίημα είναι αφιερωμένο σε εκείνον, ως (μάταιο, ίσως) δίδαγμα για όλους εμάς που συνεχίζουμε να αλληλο-σπαρασσόμαστε...

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου