Πέμπτη 27 Απριλίου 2023
Κυριακή 23 Απριλίου 2023
Εκτιμά στ' αλήθεια η γυναίκα την ευγένεια στον ανδρικό χαρακτήρα;
Προτού η γυναίκα καταδικάσει (ορθώς!) τον σκληρό και βίαιο άντρα, ας αναγνωρίσει το δικό της μερίδιο ευθύνης στη διαμόρφωση του ανδρικού στερεότυπου...
Την ιστορία την άκουσα πριν πολλά χρόνια στο σαλόνι ενός κομμωτηρίου. Μία νέα κοπέλα είχε μπλέξει με έναν πολύ «μάτσο» τύπο, από εκείνους που θεωρούν την ευγένεια του χαρακτήρα σαν «φλωρίστικη» αδυναμία και την αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι. Ήταν συχνά βίαιος μαζί της και, γενικά, της κακοφερόταν. Κάποια στιγμή εκείνη δεν άντεξε άλλο και τον παράτησε. Λίγο αργότερα, γνώρισε ένα ευγενικό παιδί που της φέρθηκε άψογα. Ήταν και «συμπαθέστατος», κατά δήλωσή της.
Δεν πέρασε πολύς καιρός ώσπου να καταλάβει πως δεν μπορούσε να νιώσει γι’ αυτόν καμία ουσιαστική έλξη. Η πολλή του ευγένεια την «ξενέρωνε», και άρχισε να συνειδητοποιεί ότι η απουσία της βίας από τη σχέση λειτουργούσε σαν κατασταλτικό του πάθους. Όπως ομολόγησε, της έλειψε εκείνος «ο αληθινός άντρας» που «την πλάκωνε στα χαστούκια» και μετά την τραβούσε με σιγουριά κοντά του για τη συμφιλίωση – προεόρτιο ερωτικής πανδαισίας! Ήταν ο μόνος που την έκανε να νιώθει «ασφαλής». Και, δίχως να το πολυ-σκεφτεί, γύρισε πίσω στους γνώριμους πόνους...
Ερχόμαστε πιο κοντά στο σήμερα... Την πρώτη περίοδο της πανδημίας (όταν στέλναμε sms για να πάμε στο φαρμακείο και το σούπερ-μάρκετ) με είχε σοκάρει, θυμάμαι, ένας διάλογος σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ανάμεσα σε κυρίες της υψηλής κοινωνίας, οι οποίες δήλωναν φανατικές θαυμάστριες ενός γνωστού, τότε, από τις καθημερινές ενημερωτικές τηλεοπτικές εμφανίσεις του, και φημισμένου για το μπρουτάλ στυλ του, υφυπουργού της κυβέρνησης. Όπως ομολογούσαν η μία στην άλλη, αυτός ήταν «ο πραγματικός άντρας», ο άξιος να τον ποθήσει μία γυναίκα, και όχι «κάτι ευαισθητούληδες» που κυκλοφορούν εκεί έξω!
Τις δύο ιστορίες τις επέλεξα τυχαία. Θα μπορούσε κάποιος να παραθέσει αμέτρητες άλλες που γεννούν ερωτήματα σχετικά με τα κριτήρια αξιολόγησης του άντρα από τη σημερινή γυναίκα. Η αντίφαση είναι προφανής και, σχεδόν, τρομάζει: Από τη μία, η γυναίκα εκφράζει αποστροφή για το δίχως λεπτότητα, ευαισθησία και ενσυναίσθηση αρσενικό. Από την άλλη – ακόμα κι αν δεν το ομολογεί ανοιχτά – η γυναίκα απαξιώνει (ενίοτε χλευάζει) τον άντρα που διαθέτει σε «υπερβολικό» βαθμό αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά, ενώ δοξάζει το αντίθετό του.
Αποθεώνει, έτσι, έναν ακατέργαστο νάρκισσο ηθοποιό – που δηλώνει ανερυθρίαστα ότι, αν ρίξεις και λίγο ξύλο σε μία γυναίκα λόγω... «πάθους», δεν τρέχει τίποτα! – και τον στέλνει με την ψήφο της να κάνει ντόλτσε βίτα στο εξωτερικό ως οιονεί ευρωβουλευτής. Μα, όταν μαθευτεί ότι ο εν λόγω «σκληρός άντρας» διώκεται για βιασμό και κακοποίηση (σε απόλυτη δικαίωση της λαϊκής έκφρασης «**** και δέρνει»), η γυναίκα θυμάται τότε ότι στον έρωτα δεν αρκούν οι τέλειοι γραμμωτοί και το θεληματικό πηγούνι αλλά είναι απαραίτητη και η συναισθηματική κατάθεση. Βέβαια, κι αυτή με μέτρο, αφού το πολύ το συναίσθημα είναι για τους «ευαισθητούληδες»!
Προτού, λοιπόν, η σύγχρονη γυναίκα καταδικάσει (αυτονοήτως!) τον σκληρό και βίαιο άντρα, ας αναγνωρίσει το δικό της μερίδιο ευθύνης στη διαμόρφωση του ανδρικού στερεότυπου. Αν υποτεθεί, βέβαια, ότι η έννοια «άνδρας» εξακολουθεί να υφίσταται ως «πολιτικά ορθή»...
Κ.
Δευτέρα 17 Απριλίου 2023
Σάββατο 15 Απριλίου 2023
Μάθημα ταπεινοφροσύνης…
Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου
Το σωστό του όνομα κανείς δεν το γνώριζε, ή κι ίσως δεν το θυμόταν. Όλοι στο χωριό τον ήξεραν «Σκυφτο-Νικόλα». Έφταιγε η παράξενη περπατησιά του, πάντα με το κεφάλι κάτω, λες κι αναζητούσε κάτι που το ‘ψαχνε καιρό μα ποτέ δεν το ‘βρισκε!
Ο δάσκαλος, που κάτι παραπάνω ήξερε για τους ανθρώπους, έβγαλε μια μέρα το πόρισμα: «Το βάδισμα του Σκυφτο-Νικόλα προδίδει βαθύτατο αίσθημα ταπεινοφροσύνης. Ας γίνει ηθικό παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας!»
Και, πράγματι, στο χωριό όλοι αγαπούσαν το Σκυφτο-Νικόλα. Μα πώς να μην τον αγαπούν; Ποιον δεν έτρεχε να βοηθήσει σαν είχε ανάγκη! Ποιον είδε πεινασμένο και δεν μοιράστηκε μ’ αυτόν το λιγοστό φαΐ του! Ποιον ένιωσε λυπημένο και δεν του ‘φτιαξε τη διάθεση με τον καλό το λόγο του!
Όμως, κανείς στο χωριό δεν πρόσεξε πως ο Σκυφτο-Νικόλας δεν ζητούσε τίποτα για τον εαυτό του. Όλοι το θεωρούσαν δεδομένο ότι ένας τόσο ταπεινόφρων άνθρωπος ήταν γεννημένος μόνο να δίνει, ποτέ να ζητά! Ο παπάς, μάλιστα, έλεγε πως αυτό το έκανε προσμένοντας ότι μια μέρα θα ανταμειβόταν γενναιόδωρα στους ουρανούς. Και όχι μόνο για τα λίγα χρόνια μιας γήινης ζωής, μα για μια ολόκληρη αιωνιότητα!
Τα χρόνια πέρασαν… Και, μια μέρα, ο Σκυφτο-Νικόλας κατάλαβε ότι είχε αρρωστήσει πολύ. Σε λίγο δεν θα μπορούσε πια να βγάζει τη μέρα χωρίς τη βοήθεια και τη φροντίδα των χωριανών του. Όμως, βάρος αυτός δεν ήθελε να γίνει σε κανέναν! Μια ζωή, είχε μάθει να δίνει μόνο… Εξάλλου, οι άνθρωποι είχαν τις δικές τους δουλειές, τις δικές τους έγνοιες. Ποιος θα έτρεχε να κοιτάξει, τώρα, έναν ανήμπορο που τίποτα πια δεν ήταν σε θέση να προσφέρει στην κοινωνία;
Μέρες πολλές το συλλογιζόταν… Κι ύστερα τ’ αποφάσισε! Με βήματα αργά, τυραννισμένα από τα χρόνια και την αρρώστια, ανέβηκε στο αντικρινό βουνό. Ακολουθώντας τα μονοπάτια μελλοντικών φιλοσόφων σε ένα δικό του, προσωπικό Ναραγιάμα, τρύπωσε στη σπηλιά που είχε εντοπίσει χρόνια πριν, σε κάποια μαθητική εκδρομή. Τότε που η ζωή έμοιαζε ακόμα τόσο αθώα πίσω από το πλανερό της χαμόγελο…
Σαν είχαν μέρες να τον δουν, στο χωριό άρχισαν να αναρωτιούνται… Ο δάσκαλος ήταν καθησυχαστικός: «Μην ανησυχείτε, καλά θα είναι! Οι ταπεινόφρονες άνθρωποι εμφανίζουν συχνά τάσεις εσωστρέφειας. Μένουν για λίγο μόνοι με τον εαυτό τους και αυτοκρίνονται, μελετώντας τα σφάλματά τους. Σε λίγο, με καθαρή πια τη συνείδηση, επιστρέφουν στην κοινωνία για να συνεχίσουν την προσφορά τους σε αυτήν!»
Το λόγο πήρε κι ο παπάς, που δεν διαφώνησε: «Καλά τα λέει ο δάσκαλος! Είμαι βέβαιος πως ο Σκυφτο-Νικόλας, έστω και αργά, ανακάλυψε τη δύναμη της προσευχής που εξαγνίζει την ψυχή του κάθε αμαρτωλού. Και, για να είμεθα ειλικρινείς, τώρα τελευταία έδειχνε σημάδια απόκλισης από το δρόμο της αρετής. Αποτραβηγμένος και μοναχικός, δεν έτρεχε πια με τον ίδιο ζήλο να προσφέρει τη βοήθειά του σ’ αυτούς που τη χρειάζονταν. Θα έλεγα, είχε αρχίσει να γίνεται κάπως εγωκεντρικός!»
Ο ενωμοτάρχης, όμως, της τοπικής χωροφυλακής δεν συμμεριζόταν τις αισιόδοξες σκέψεις του παπά και του δάσκαλου. Για εκείνον, ο Σκυφτο-Νικόλας ήταν εξαφανισμένος! Αποφάσισε, λοιπόν, να ανοίξει το σπίτι του, να δει μήπως κάτι του ‘χε συμβεί. Ξοπίσω του έτρεξε, με περιέργεια πολλή, όλο το χωριό…
Όπως ήταν φυσικό, βρήκαν το σπίτι άδειο. Μόνο πάνω στο γραφείο, ανάμεσα σε σκονισμένα βιβλία και αμέτρητα μισο-γραμμένα χαρτιά, ξεχώριζε ένα σημείωμα. Έγραφε κάτι που έμοιαζε με ποίημα:
Ο δάσκαλος, που κάτι παραπάνω ήξερε για τους ανθρώπους, έβγαλε μια μέρα το πόρισμα: «Το βάδισμα του Σκυφτο-Νικόλα προδίδει βαθύτατο αίσθημα ταπεινοφροσύνης. Ας γίνει ηθικό παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας!»
Και, πράγματι, στο χωριό όλοι αγαπούσαν το Σκυφτο-Νικόλα. Μα πώς να μην τον αγαπούν; Ποιον δεν έτρεχε να βοηθήσει σαν είχε ανάγκη! Ποιον είδε πεινασμένο και δεν μοιράστηκε μ’ αυτόν το λιγοστό φαΐ του! Ποιον ένιωσε λυπημένο και δεν του ‘φτιαξε τη διάθεση με τον καλό το λόγο του!
Όμως, κανείς στο χωριό δεν πρόσεξε πως ο Σκυφτο-Νικόλας δεν ζητούσε τίποτα για τον εαυτό του. Όλοι το θεωρούσαν δεδομένο ότι ένας τόσο ταπεινόφρων άνθρωπος ήταν γεννημένος μόνο να δίνει, ποτέ να ζητά! Ο παπάς, μάλιστα, έλεγε πως αυτό το έκανε προσμένοντας ότι μια μέρα θα ανταμειβόταν γενναιόδωρα στους ουρανούς. Και όχι μόνο για τα λίγα χρόνια μιας γήινης ζωής, μα για μια ολόκληρη αιωνιότητα!
Τα χρόνια πέρασαν… Και, μια μέρα, ο Σκυφτο-Νικόλας κατάλαβε ότι είχε αρρωστήσει πολύ. Σε λίγο δεν θα μπορούσε πια να βγάζει τη μέρα χωρίς τη βοήθεια και τη φροντίδα των χωριανών του. Όμως, βάρος αυτός δεν ήθελε να γίνει σε κανέναν! Μια ζωή, είχε μάθει να δίνει μόνο… Εξάλλου, οι άνθρωποι είχαν τις δικές τους δουλειές, τις δικές τους έγνοιες. Ποιος θα έτρεχε να κοιτάξει, τώρα, έναν ανήμπορο που τίποτα πια δεν ήταν σε θέση να προσφέρει στην κοινωνία;
Μέρες πολλές το συλλογιζόταν… Κι ύστερα τ’ αποφάσισε! Με βήματα αργά, τυραννισμένα από τα χρόνια και την αρρώστια, ανέβηκε στο αντικρινό βουνό. Ακολουθώντας τα μονοπάτια μελλοντικών φιλοσόφων σε ένα δικό του, προσωπικό Ναραγιάμα, τρύπωσε στη σπηλιά που είχε εντοπίσει χρόνια πριν, σε κάποια μαθητική εκδρομή. Τότε που η ζωή έμοιαζε ακόμα τόσο αθώα πίσω από το πλανερό της χαμόγελο…
Σαν είχαν μέρες να τον δουν, στο χωριό άρχισαν να αναρωτιούνται… Ο δάσκαλος ήταν καθησυχαστικός: «Μην ανησυχείτε, καλά θα είναι! Οι ταπεινόφρονες άνθρωποι εμφανίζουν συχνά τάσεις εσωστρέφειας. Μένουν για λίγο μόνοι με τον εαυτό τους και αυτοκρίνονται, μελετώντας τα σφάλματά τους. Σε λίγο, με καθαρή πια τη συνείδηση, επιστρέφουν στην κοινωνία για να συνεχίσουν την προσφορά τους σε αυτήν!»
Το λόγο πήρε κι ο παπάς, που δεν διαφώνησε: «Καλά τα λέει ο δάσκαλος! Είμαι βέβαιος πως ο Σκυφτο-Νικόλας, έστω και αργά, ανακάλυψε τη δύναμη της προσευχής που εξαγνίζει την ψυχή του κάθε αμαρτωλού. Και, για να είμεθα ειλικρινείς, τώρα τελευταία έδειχνε σημάδια απόκλισης από το δρόμο της αρετής. Αποτραβηγμένος και μοναχικός, δεν έτρεχε πια με τον ίδιο ζήλο να προσφέρει τη βοήθειά του σ’ αυτούς που τη χρειάζονταν. Θα έλεγα, είχε αρχίσει να γίνεται κάπως εγωκεντρικός!»
Ο ενωμοτάρχης, όμως, της τοπικής χωροφυλακής δεν συμμεριζόταν τις αισιόδοξες σκέψεις του παπά και του δάσκαλου. Για εκείνον, ο Σκυφτο-Νικόλας ήταν εξαφανισμένος! Αποφάσισε, λοιπόν, να ανοίξει το σπίτι του, να δει μήπως κάτι του ‘χε συμβεί. Ξοπίσω του έτρεξε, με περιέργεια πολλή, όλο το χωριό…
Όπως ήταν φυσικό, βρήκαν το σπίτι άδειο. Μόνο πάνω στο γραφείο, ανάμεσα σε σκονισμένα βιβλία και αμέτρητα μισο-γραμμένα χαρτιά, ξεχώριζε ένα σημείωμα. Έγραφε κάτι που έμοιαζε με ποίημα:
Πάντα στο δρόμο με κοιτάςπου περπατώ σκυφτός.Και εύκολη εξήγησησ’ αυτή μου τη συνήθεια δίνεις:Πως είμαι το παράδειγματης ταπεινοφροσύνης!Μα θέλω αλήθεια να σου πωκι ας είναι την εικόνα μουαυτό να αμαυρώσει:Το δρόμο πρέπει να κοιτώγιατί σα στραβοπέσωξέρω κανείς δε θα βρεθείεκεί να με σηκώσει!
Ο δάσκαλος έμεινε εκστατικός: «Ώστε ήταν και ποιητής!» Το ίδιο κι ο παπάς: «Ευλογημένες λέξεις, με βαθιά ανθρώπινη σημασία! Περιγράφουν τη δυστυχία του σύγχρονου ανθρώπου που έχει απομακρυνθεί από την Εκκλησία!»
Ο καφετζής του χωριού, όμως, είχε τη δική του άποψη: «Αν ψάχνετε για τον τρελό, τον είδα που ανέβαινε κατά το βουνό. Κι ύστερα σου λένε, η τρέλα δεν πάει στα βουνά!»
Ο ενωμοτάρχης, μάλλον πιο ησυχασμένος τώρα, έκλεισε την πόρτα του σπιτιού και κίνησε για το σταθμό της χωροφυλακής, να συντάξει την έκθεση. Στην πλατεία του χωριού άρχιζαν οι ετοιμασίες για το τοπικό πανηγύρι…
Αφιερωμένο σε όσους περπατούν σκυφτοί. Κοιτώντας μέσα τους, πριν σηκώσουν το κεφάλι να δούνε τ’ άστρα…
(Πρωτότυπα δημοσιευμένο στο Aixmi.gr)
Τετάρτη 12 Απριλίου 2023
Κάποτε πηγαίναμε σινεμά στο «Αττικόν» και το «Απόλλων»...
Ήταν 12 Φεβρουαρίου του 2012 όταν κάποιοι «ημιπιτσιρικάδες» (sic) έδειξαν έμπρακτα την «αγάπη» που έτρεφαν για τον πολιτισμό. Αποφάσισαν να πυρπολήσουν - επαναστατικώ δικαίω - το κτιριακό συγκρότημα της οδού Σταδίου που φιλοξενούσε δύο ιστορικούς κινηματογράφους της Αθήνας: το «Αττικόν» και το «Απόλλων». Για λόγους που δεν θα αναλύσουμε (δείτε, π.χ., εδώ) η πορεία της αποκατάστασης του κτιρίου έχει περάσει από σαράντα κύματα, και τα ερείπια των δύο κινηματογράφων βρίσκονται ακόμα στη θέση τους στο τετράγωνο Σταδίου και Χρήστου Λαδά. Το πιστοποιούν οι πιο κάτω πρόσφατες φωτογραφίες...
Και ένα ενθύμιο δολοφονίας, λίγα μέτρα μακριά... |
Δευτέρα 10 Απριλίου 2023
Tiger Bay (1959) - Με ελληνικούς υπότιτλους
Η εκπληκτική Hayley Mills συμπρωταγωνιστεί με τον Horst Buchholz και τον πατέρα της, Sir John Mills, σε ένα κλασικό θρίλερ όπου το έγκλημα πάθους διασταυρώνεται (τόσο διακριτικά!) με το ερωτικό ξύπνημα...
Σκηνοθεσία: J. Lee Thompson
Γράμμα στην Έλεν...
Μια μικρή ιστορία για ένα γράμμα ξεχασμένο σε κάποιο συρτάρι ενός παλιού αρχοντικού...
Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου
Το σπίτι ήταν παλιό, όμως διατηρούσε κάτι από την περασμένη του αρχοντιά. Το τρίξιμο της σιδερένιας αυλόπορτας έκανε την Έλεν ν’ ανατριχιάσει κάπως (η γιαγιά είχε πάψει προ πολλού να ασχολείται με τέτοια μικρο-ζητήματα). Ανέβηκε με κάποιο δισταγμό τα πέντε-έξι σκαλιά της εισόδου και έβαλε, τελικά, το κλειδί στην πόρτα...
Ο χώρος έμοιαζε από καιρό αφρόντιστος κι η μυρωδιά της κλεισούρας δέσποζε παντού. Είχε καιρό, είναι αλήθεια, να επισκεφθεί τη γιαγιά και σκόπευε να το κάνει κάποια στιγμή το καλοκαίρι. Δικαιολογούσε τον εαυτό της λέγοντας μέσα της πως οι δυο τους ζούσαν τώρα σε διαφορετικές πολιτείες που βρίσκονταν σε απόσταση η μία από την άλλη. Η αλήθεια είναι πως δεν άντεχε να βλέπει τη διαπρεπή νομικό και άλλοτε «σιδηρά κυρία» του Κοινοβουλίου, που κατατρόπωνε με τους πύρινους λόγους της κάθε πολιτικό αντίπαλο, να παρακμάζει ολοένα και πιο πολύ από μια αρρώστια που, εκτός των άλλων, ρουφούσε άπληστα ό,τι είχε απομείνει από τη δύναμη του μυαλού της.
Και να που, μετά από χρόνια, βρισκόταν πάλι στο σπίτι της γιαγιάς. Αυτό που της άφησε κληρονομιά φεύγοντας για άλλες, συμπαντικές πολιτείες...
Σκέφτηκε με απόγνωση το χρόνο που θα της έπαιρνε να ξεδιαλέξει τα πράγματα που θα ‘πρεπε να πεταχτούν πριν αρχίσει η ανακαίνιση του παλιού αρχοντικού. Καθώς ψαχούλευε μηχανικά διάφορα μικροαντικείμενα, το μάτι της έπεσε σε ένα παλιό συρτάρι. Έκανε να το ανοίξει μα αυτό είχε σχεδόν κολλήσει από τη σκόνη και την πολυκαιρία. Στο τέλος τα κατάφερε. Ήταν το μέρος που η γιαγιά φύλαγε παλιές επιστολές. Οι περισσότερες ήταν γράμματα από φίλους και ευχετήριες κάρτες, μία όμως της τράβηξε την προσοχή.
Στο πάνω μέρος του κιτρινισμένου χαρτιού υπήρχε ευδιάκριτος ο λογότυπος του Τμήματος Νομικής ενός μεγάλου πανεπιστημίου που βρισκόταν σε κάποια πολιτεία στα βορειοανατολικά. Κάτω από την ιδιόχειρη υπογραφή, στο τέλος της επιστολής, ήταν τυπωμένο το όνομα ενός γνωστού καθηγητή της γιαγιάς από την εποχή που εκείνη σπούδαζε ακόμα νομικά στο πανεπιστήμιο.
Η περιέργεια νίκησε το άγχος για τον λιγοστό διαθέσιμο χρόνο, και η Έλεν ξεκίνησε να διαβάζει τα λόγια που απευθύνονταν κάποτε σε κάποια άλλη Έλεν, πάνω-κάτω στη δική της νεαρή ηλικία...
----------------------------------------
Αγαπημένη μου Έλεν,
Θα αφήσω αυτή την επιστολή στη γραμματεία του πανεπιστημίου, αφού δεν γνωρίζω πού αλλού να τη στείλω ώστε να σε βρει. Ελπίζω τούτη τη στιγμή να τη διαβάζεις ήδη.
Μη φανταστείς πως σου γράφω για να σε νουθετήσω ή να σε μαλώσω. Όχι, δεν έχω τέτοιες προθέσεις. Άλλωστε, σ’ εσάς τους μαθητές μου λέω πάντα πως πριν από κάθε άλλον οφείλει κανείς να κρίνει τον εαυτό του τον ίδιο!
Θέλω λοιπόν απλά να σου ζητήσω συγνώμη. Γιατί, φάνηκα λίγος για το καθήκον που μου ανατέθηκε όταν πήρα στα χέρια μου μια νεαρή, φιλόδοξη και άκρως ευφυή πρωτοετή φοιτήτρια με αποστολή να την καθοδηγήσω ως δάσκαλος μέχρι το τέλος της διαδρομής. Κι αυτό που αποδίδω πίσω στην κοινωνία είναι όχι μία νέα επιστήμων αλλά ένα άτομο απογοητευμένο, διαψευσμένο, παραιτημένο...
Αποδείχθηκα ανάξιος να σε πείσω για την ίδια σου την αξία, να σε θωρακίσω απέναντι σε κάθε κακόβουλη και άδικη κριτική, να σε δυναμώσω όσο χρειαζόταν για να αγνοήσεις τους μικρούς και τους δόλιους και να προχωρήσεις δίχως φόβο κι αμφιβολία στο σκοπό σου.
Φάνηκα μικρός, ελάχιστος, μπροστά στην πρόκληση που μου παρουσιάστηκε, που ήταν τύχη μαζί και ευλογία: Λίγο πριν το ξημέρωμα του εικοστού αιώνα, να είναι μια δική μου μαθήτρια η πρώτη γυναίκα που θα αποφοιτούσε ως νομικός από τούτο εδώ το παραδοσιακά ανδροκρατούμενο πανεπιστήμιο. Και – ποιος ξέρει; – ίσως κάποια μέρα ακόμα και η πρώτη γυναίκα πολιτικός σ’ αυτή την πολιτεία!
Πρέπει, εν τούτοις, να παραδεχθώ ότι πρόσφερες ανείπωτη χαρά στους συμφοιτητές σου. Έβλεπα χθες πόσο έλαμπαν τα πρόσωπά τους μόλις μαθεύτηκε η πρόθεσή σου να παραιτηθείς από τις σπουδές σου και να φύγεις από το πανεπιστήμιο. Τελικά, οφείλω να υποκλιθώ στη μεθοδικότητα και την αποτελεσματικότητά τους! Πέτυχαν να απαλλαγούν από μια ενοχλητική παρουσία και, ταυτόχρονα, να δικαιώσουν τη διάχυτη αμφισβήτηση που υπάρχει για την ικανότητα της γυναίκας να στέκει ορθή μπρος στις προκλήσεις και να φτάνει στην εκπλήρωση των στόχων της.
Ένα είναι βέβαιο: Θα σε καταγράψει η ιστορία σαν τη μοναδική περίπτωση γυναίκας που τόλμησε να χτυπήσει την πόρτα αυτού του πανεπιστημίου. Γιατί, σίγουρα δεν θα υπάρξει άλλη μετά τη φυγή σου. Και δεν λέω «μετά την αποτυχία σου», αφού ο αληθινά αποτυχημένος θα είμαι εγώ, ο δάσκαλός σου!
Να είσαι πάντα ευτυχισμένη όπου κι αν βρεθείς. Αν και στο βάθος ελπίζω ακόμα πως αύριο, μπαίνοντας στο αμφιθέατρο, θα σε βρω στη γνώριμη θέση σου, έτοιμη να μου δυσκολέψεις όπως πάντα τη ζωή με τις διαπεραστικές απορίες κι ερωτήσεις σου...
Ο δάσκαλός σου,
Καθηγητής (...)
--------------------------------
Η Έλεν θυμήθηκε τότε τα αινιγματικά λόγια που της είχε πει κάποτε η γιαγιά της δίχως να δώσει άλλη εξήγηση:
«Αν ποτέ νιώσεις την ανάγκη να το βάλεις κάτω, θυμήσου τούτο: Όση αλήθεια κι αν βρίσκεται στο φως των αστεριών, υπάρχει πάντα μια μεγαλύτερη Αλήθεια που κρύβεται μέσα σου. Κι αν δεν μπορείς να τη δεις, αφέσου στα χέρια εκείνων που θα σου φωτίσουν το δρόμο!»
Δίπλωσε προσεχτικά το γράμμα και το έβαλε με μια αργή, σχεδόν τελετουργική κίνηση στην τσάντα της...
(Πρωτότυπα δημοσιευμένο στο Aixmi.gr)
Παρασκευή 7 Απριλίου 2023
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)