Στου ορίζοντα τ’ απόκρυφα
χάθηκ’ η μέρα του καλοκαιριού
σε πέλαγα προγονικά.
Κι η νύχτα απλώθηκε
με φώτα αχνά και μουσικές απόμακρες
σε αμμουδιές κρυφές,
σε μονοπάτια σκοτεινά κι αγριεμένες θάλασσες,
σε ξέμακρες πορείες κι αγκαλιές βουβές...
Στο πέπλο της τυλίγοντας το αέρινο
όσα δε θα ‘πρεπε να τά βρει το ξημέρωμα…
(Δημοσιευμένο στο Aixmi.gr, Ιούλιος 2014)
Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020
Θαλασσογραφία
Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020
Πόσο ορθολογικό είναι το "μάσκα παντού";
Η αφήγηση είναι απόλυτα αυθεντική:
Σάββατο απόγευμα... Μετά από ένα γεύμα σε εστιατόριο στην κεντρική πλατεία της Ηλιούπολης, είπαμε να πάμε για καφέ στη Δάφνη. Και, καθώς ο καιρός ήταν καλός, αποφασίσαμε να περπατήσουμε ως εκεί. Βάλαμε, λοιπόν, τις μάσκες (πρώτη μέρα εφαρμογής του μέτρου "μάσκα μέσα-έξω" στην Αθήνα) και κινήσαμε.
Η διαδρομή Ηλιούπολη - Δάφνη είναι σχετικά κατηφορική, και το περπάτημα - αν και με μάσκα - ήταν ευχάριστο. Στο δρόμο διασταυρωθήκαμε με ελάχιστους ανθρώπους, κι αυτό από απόσταση. Έκανα τη σκέψη "προς τι η μάσκα σε μία τέτοια διαδρομή;" αλλά γρήγορα την προσπέρασα. Στο κάτω-κάτω, μια χαρά φτάσαμε ως τη Δάφνη!
Καφεδάκι, παγωτό και ευχάριστη συζήτηση, και στο τέλος μία μοιραία, όπως αποδείχθηκε, απόφαση: θα γυρίζαμε Ηλιούπολη και πάλι με τα πόδια. Εξ άλλου, είχαμε κάνει το ίδιο ταξίδι πολλές φορές πριν. Με μία μόνο "ασήμαντη" διαφορά: χωρίς να φοράμε μάσκες...
Είχε τώρα νυχτώσει και η θερμοκρασία είχε πέσει αισθητά. Η μάσκα έκανε τα γυαλιά να θαμπώνουν και φτάσαμε να περπατούμε χωρίς να βλέπουμε πού πατούσαμε και τι βρισκόταν μπροστά μας. Όμως, αυτό δεν ήταν το χειρότερο που μπορούσε να μας συμβεί...
Τούτη τη φορά η διαδρομή ήταν ανηφορική και το βάδισμα άρχισε να γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Η μάσκα έκανε τον αέρα να φαίνεται λιγοστός και η αναπνοή δυσκόλευε ολοένα και περισσότερο. Ώσπου, προς το μέσο της διαδρομής αισθανθήκαμε να καταρρέουμε. Εκεί κοντά ήταν μία στάση του τοπικού λεωφορείου. Σωριαστήκαμε στο μεταλλικό παγκάκι σαν πεθαμένοι και περιμέναμε. Όταν άνοιξε η πόρτα του λεωφορείου, με δυσκολία βρήκαμε το κουράγιο να ανέβουμε...
Το ρητορικό ερώτημα που είχα θέσει νωρίτερα στον εαυτό μου με ένα αίσθημα χαλαρότητας, επανήλθε τώρα σαν βασανιστική απορία:
Προς τι η μάσκα σε εξωτερικό χώρο όταν δεν υπάρχουν συναπαντήματα με άλλους ανθρώπους; Από τι μας προστατεύει, και ποιους προστατεύουμε εμείς;
Σκέφτηκα τότε ότι υπάρχει ένα πολύ πιο ορθολογικό και πρακτικό μέτρο: Μάσκα απαραίτητα σε εξωτερικούς χώρους όταν υπάρχουν συναθροίσεις Χ ή περισσότερων ατόμων, σε αποστάσεις Ψ ή λιγότερων μέτρων μεταξύ τους (ας αποφασίσουν οι ειδικοί για τον ακριβή προσδιορισμό των Χ και Ψ).
Το υπερβολικό και ανορθολογικό μέτρο "μάσκα μέσα-έξω" θα δοκιμάσει επικίνδυνα τις αντοχές των πολιτών και στο τέλος θα κουράσει ακόμα και τους πιο συνεπείς και νομιμόφρονες από αυτούς. Και, παρεμπιπτόντως, ας μη βαυκαλίζονται οι αρμόδιοι πως "τα μέτρα τηρούνται απόλυτα στα μαζικά μέσα μεταφοράς", όπως άκουσα κάπου να λέγεται. Μία βόλτα με τα ΜΜΜ ίσως τους αλλάξει γνώμη. Προτείνω και διαδρομή: Σύνταγμα - Δάφνη με το μετρό, και μετά επιβίβαση στο λεωφορείο, π.χ., της Ηλιούπολης. Θα είναι μία πολύ διδακτική εμπειρία!
Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020
Μια μαρτυρία για τον Μάνο...
23 Οκτωβρίου 1925: Γεννιέται στην Ξάνθη ο Μάνος Χατζιδάκις, ένας από τους μεγαλύτερους μουσικοσυνθέτες που ανέδειξε αυτή η χώρα. Και ένας καλλιτέχνης και άνθρωπος ασυμβίβαστος με τη μικρότητα, την ευτέλεια και την έλλειψη δημοκρατικού ήθους που αμαύρωσε την εποχή του. Ίσως ακόμα και τη δική μας, μόνο που εκείνος δεν πρόλαβε να φτάσει ως εδώ...
Ο Χατζιδάκις δεν χρειάζεται, βέβαια, ιδιαίτερες συστάσεις. Θα αρκεστώ, λοιπόν, σε τούτο το σύντομο σημείωμα στην παράθεση μίας εντύπωσης, ενός αυθεντικού "στιγμιότυπου", όπως μου μεταφέρθηκε πριν χρόνια.
Η καθηγήτριά μου στο πιάνο ήταν παραγωγός προγράμματος στο Τρίτο Πρόγραμμα. Κάποια εποχή, διευθυντής στο "Τρίτο" ήταν ο Μάνος. Μια μέρα, εκείνη χρειάστηκε να συνεννοηθεί μαζί του για κάποιο υπηρεσιακό ζήτημα. Όταν τον αναζήτησε, της είπαν ότι βρισκόταν στη μεγάλη αίθουσα ηχογραφήσεων.
Άνοιξε την πόρτα με ένα αίσθημα δισταγμού. Εκείνος δεν την πήρε καν είδηση. Μόνος στην αίθουσα, καθόταν στο πιάνο και αυτοσχεδίαζε, πιστεύοντας πως κανείς δεν άκουγε. Όπως μου αφηγήθηκε αργότερα η καθηγήτριά μου, έμεινε για ώρα ασάλευτη να θαυμάζει τη μοναδική εκείνη μαγεία των ήχων του αλλά και τη δεξιοτεχνία της πιανιστικής του ερμηνείας. Μπαίνοντας στην αίθουσα ήταν σαν να είχε εισέλθει σε έναν κόσμο διαφορετικό, εκεί που η ζωή γίνεται Τέχνη και η Τέχνη γίνεται ζωή...
Ίσα που πρόλαβε να γλιστρήσει αθόρυβα από την αίθουσα πάνω στο τέλος του αυτοσχεδιασμού. Δεν γνωρίζω αν κάποια στιγμή αργότερα τον βρήκε κάπου αλλού, ίσως σε ένα συμβατικό γραφείο του Ραδιομέγαρου, για να συζητήσουν το κοινότοπο υπηρεσιακό ζήτημα. Εξ άλλου, στο γραφείο επρόκειτο να συναντήσει απλά και μόνο έναν άνθρωπο - έστω, έναν πολύ σημαντικό άνθρωπο - με τις πολλές αρετές αλλά και τις πολλές αδυναμίες του (γνωστή η στρυφνότητα του χαρακτήρα του και ο συχνά υπεροπτικός ελιτισμός του).
Αυτό που είχε την τύχη να δει και να ακούσει η κυρία Ρένα στη μεγάλη αίθουσα ηχογραφήσεων δεν σχετιζόταν με έναν κοινό εκπρόσωπο της καθημερινότητάς μας, έναν "άνθρωπο της διπλανής πόρτας". Ήταν κάτι που παρέπεμπε σε θεότητες που υπερβαίνουν τα συνήθη ανθρώπινα μέτρα. Έτσι που ακόμα και η ίδια η υπεροψία να βρίσκει σε αυτούς την απόλυτη ηθική δικαίωσή της!
Το ίδιο, άλλωστε, δεν συνέβη και με τον Βάγκνερ;
Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020
Τηλεφωνητής...
Σε πήρα πάλι σήμερα μα δεν το σήκωνες.
Ήθελα να μιλήσω λίγο,
ίσως να ‘ρθω για λίγες μέρες να σε δω
έτσι, να ξεχαστώ, να καταφύγω
να φάω λίγο μαγειρευτό φαΐ...
Μα τη φωνή σου ακούω πια μόνο στον τηλεφωνητή.
Γι’ αυτό αποφάσισα - κι ας μην το συνηθίζω -
να σου απαντήσω σήμερα μ’ αυτόν.
Ήθελα να σου πω για τη δουλειά.
Όλα αβέβαια, κάποιους τους διώξαν ήδη.
Εγώ είμαι πιο παλιός, ίσως να τη γλιτώσω...
Είναι και η Μαρία...
Της κόστισε πολύ που δεν το κάναμε
εκείνο το ταξίδι, μα χρωστούσα.
Ακούει και τους άλλους που καλοπερνούν...
Πώς τα βολεύουν; Νιώθω σαν άχρηστος
(ξέρω, «οι περιστάσεις» θα μου πεις εσύ
«όμως δε χάνεται η αξία!»).
Κι άμα με διώξουνε;
Μέχρι που σκέφτηκα πως, αν συμβεί...
Μα είναι τα παιδιά, τι φταιν εκείνα;
Το βράδυ πάλι ο ύπνος μου ανήσυχος.
Λέει ο γιατρός πως έχω πίεση, να προσέχω!
Να προσέχω...
Μεγάλη απώλεια για το Σύμπαν, όσο να πεις.
Έτσι που λέω καμιά φορά...
Και θα τους μείνει κι η ασφάλεια,
να πάψει να γκρινιάζει κι η Μαρία!
Ξέρω, θα λες πάλι σε ψυχοπλάκωσα.
Μα αλλού δεν έχω να τα πω...
Α, χθες σου έβαλα την άλλη τη φωτογραφία
εκείνη που τραβήξαμε στον κήπο, με το μπλε το φόρεμα
(η άλλη στη βεράντα δε μου άρεσε).
Ήρθε κι ένας τεχνίτης και χαράξαμε τα γράμματα.
Άντε, δυο χρόνια σου τα έκρυψα:
του είπα «ετών ογδόντα».
Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020
Αθέατα σύννεφα...
Τρελοί κι ανυποψίαστοιδιαβήκαμε τους δρόμους του καιρούέφιπποι στης αθανασίας τ’ αλαζονικό μαςτο αυτονόητο,με έπαρση πολλή κατάματατον ήλιο ατενίζονταςμες στο γαλάζιο, άνεφο ουρανό...Πώς δεν τα είδαμε που έρχονταν τα σύννεφα;Πώς δεν ακούσαμε τον κεραυνό από μακριά;Πώς δε μυρίσαμε στο χώμα τη βροχή;Τώρα μένω πια μάταια ν’ αναζητώτ’ αυτάρεσκα χαμόγελατης σίγουρής μου αυθάδειας,τον κόσμο εκείνο το «μηδαμινό»που έλεγαν μου ανήκε,την πόρτα πάντα πρόθυμαχωρίς να με ρωτάν’ ανοίγει σαν γυρνώ,τις μυρωδιές απ’ το φαΐποτέ που δεν ετοίμασα...Όμως, σα δείτε τα παιδιάμην τους χαλάτε τ’ όνειρο,της αυταπάτης το άλογομην τ’ αγριεύετετόσο ωραίο που μοιάζει το ταξίδι!Τρελά κι ανυποψίαστααφήστε να διαβαίνουνετους δρόμους του καιρούμες στα δικά τους τ’ αλαζονικάτα «αυτονόητα».Ώσπου να δουν τα σύννεφα,ν’ ακούσουν τη βροντή,την πρώτη να μυρίσουν τη βροχήκάποια στιγμή στο χώμα...
Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020
Κατεβαίνοντας...
Μην κατεβείς τη σκάλα βιαστικά!Κάθε σκαλί δεν είναι ίδιο μ’ όλα τ’ άλλα,δεν είν’ η ίδια πέτρα, το ίδιο μάρμαροίσως ούτε βαλμένο απ’ τον ίδιο εργάτη.Μπορεί κι από αλλού να ‘ναι φερμένο...Κάθε σκαλί είναι μια ιστορία που δε σου ‘μαθαν.Στάσου για λίγο κι αφουγκράσου τηνμήπως υπάρχει κάτι και για σένα.Και το κατέβασμα μιας ταπεινής,μιας περιφρονημένης σκάλαςδίχως περίσκεψη που την πατούνχιλιάδες πόδια ανυποψίαστα,που την κοιτούν αδιάφοραχιλιάδες μάτια νεκρωμένων συνειδήσεων- ποιος ξέρει; - ίσως είν’ γι’ αυτούςπου δίχως έπαρση κοιτάζουν τα σκαλιάένα πολύτιμο ταξίδι αυτογνωσίας!
Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020
Προσπαθώ να φυλαχτώ από τον Covid. Είμαι "ηλίθιος";
Την ελευθερία του λόγου δεν απειλούν, τελικά, οι μάσκες αλλά οι ανώνυμοι τσάμπα μάγκες του Διαδικτύου! |
Χθες, ένας διαδικτυακός "φίλος" ενός φίλου με αποκάλεσε "ηλίθιο" γιατί εξέφρασα την άποψη ότι, το να τηρούμε μέτρα προστασίας κατά του COVID-19 δεν είναι δείγμα "ανανδρίας" (sic) αλλά ζήτημα σωφροσύνης. Παρεμπιπτόντως, ο "ανδρειωμένος" φίλος του φίλου διατηρεί ανώνυμο προφίλ στο FB, από το οποίο, φυσικά, απουσιάζει οποιαδήποτε προσδιοριστική εικόνα του...
Γιατί είμαι "ηλίθιος"; Επειδή δεν έχω αντιληφθεί ότι ο "μύθος" της πανδημίας είναι κατασκεύασμα σκοτεινών κέντρων και συνεργαζόμενων media. Στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία "γρίπη". Αφού δεν παίρνουμε περιοριστικά μέτρα για τη γρίπη, γιατί θα πρέπει να πάρουμε για τον covid;
Ανάλογες απόψεις άκουσα αργότερα από μαινόμενη πελάτισσα σε αρωματοπωλείο της γειτονιάς μου. Όχι, δεν αντιλήφθηκα να αποκαλεί κάποιον "ηλίθιο". Άκουσα όμως τη λέξη "φασίστα"...
Τώρα, το να θυμίσεις ότι και η ίδια η γρίπη επέβαλε κάποτε τη λήψη ανάλογων μέτρων, ώσπου αναπτύχθηκαν κατάλληλα φαρμακευτικά μέσα για την αντιμετώπισή της (κάτι που δεν ισχύει ακόμα για τον covid), είναι περιττό, αν όχι παράτολμο. Για κάποιους είναι ήδη αυτονόητο, ενώ κάποιους άλλους μπορεί να τους εξαγριώσεις επικίνδυνα, αφού θα αμφισβητήσεις το αγαπημένο τους συνωμοτικό αφήγημα. Είναι σαν να τολμούσες κάποτε να πεις ότι το μνημόνιο είναι αναγκαίο κακό!
Κατά σατανική σύμπτωση, τους ίδιους (περίπου) ανθρώπους θα εξαγρίωνες και τότε...
Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020
Χαμένες Πατρίδες...
Χαμένες όλες οι πατρίδες σου, παππού!
Αυτή με βιάση που άφησες
κυνηγημένος σαν τ’ αγρίμι
μες από άβατα βουνά διαβαίνοντας,
μέρες συντηρημένος
μ’ αυτά που έλεγες με τίποτα
δεν τρώγονται ωμά, όποια η πείνα,
με τη φρικτή ανάμνηση νωπή
πατέρα κι αδελφής σφαγμένων
απ’ τα χέρια πρώην αδελφών,
με μόνη ελπίδα σωτηρίας
την Ελλάδα που σε πρόδωσε
(κι ας λες οι ξένοι που μας έβαλαν
και μόνους μας αφήκαν
πως ήταν οι εχθροί!)...
Χαμένη είν’ κι αυτή
εδώ που ήρθες κάποτε
γυρεύοντας μια νέα ζωή,
απ’ το πηγάδι πίνοντας
το πρώτο σου γλυφό νερό
που σου ‘δειξαν με περιφρόνηση,
αποξηραίνοντας βάλτους ατέλειωτους
να κάνεις λίγη γη να μείνεις,
να καλλιεργήσεις...
Κι ως άρχισ’ η ζωή τριγύρω σου
δειλά ν’ ανθίζει πάλι,
τα χώματά σου πάτησαν
καινούργιοι εχθροί,
πήραν το βιος που μόχθησες
να θρέψουν άσπλαχνους ξένους στρατούς
και σ’ άβατα βουνά ξανά σε στείλαν...
Και σαν κι αυτοί νικήθηκαν
καταμεσής στο δρόμο βρέθηκες
σε διασταυρούμενα πυρά
αδελφοκτόνας μάχης,
ενός πολέμου ίσαμε σήμερα
που ωραία και καλά κρατεί
και τρώει τα παιδιά μας.
Αφού η Ελλάδα γι’ άλλη μια φορά
παππού σε πρόδωσε
(κι από τον τάφο ας λες εσύ
οι ξένοι που ζητούν τα δανεικά
πάντα οι εχθροί πως είναι)...