Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Έρωτες στα ερείπια του πολέμου

(Από το ημερολόγιο της Ελένης Αθανασούλη)

Η Βάσια είναι μια Μεγάλη Γυναίκα. Ζει πια μόνη.

Το πρόσωπό της λίγο μαραμένο από το χρόνο, μ' ακόμη πανέμορφο, τα μάτια της γελαστά κι ευτυχισμένα, το χαμόγελό της, κερασάκι ώριμο. Χαριτωμένη κώμη με φυσικούς κυματισμούς πλαισιώνει αυτή την ωραία μορφή. Ένας γεμάτος κι ευτυχισμένος άνθρωπος, πάντα προσηνής, πάντα “φωτεινή”. Λόγια, γέλιο, κινήσεις, απαιτήσεις, προσδοκίες, όλα με μέτρο. Το Άριστον.

Αυτή η ευφρόσυνη ύπαρξη, η Βάσια, δεν είναι ποτέ μόνη. Γιατί έζησε μια οικογενειακή ζωή με πληρότητα συναισθημάτων και αρετών. Είναι γεμάτη μνήμες αγάπης.

Ναύπλιο, λίγο μετά τον πόλεμο. Η μαμά, κυρία κι αρχόντισσα του σπιτιού, είναι μορφωμένη και πάντα γαλήνια. Μεγάλη καρδιά. Η επικοινωνία μαζί της ήταν μυσταγωγία, χαρά και διδασκαλία, αγάπη και φιλία. Αμεσότητα και ειλικρίνεια. Η Βάσια, μαθήτρια στο Γυμνάσιο, κι η μαμά την έβλεπε να μπουμπουκιάζει και ν' ανθίζει. Κι από κοντά οι νέοι να την πλησιάζουν και να τη φλερτάρουν. Όλα τα νεανικά μυστικά της η Βάσια τα φανέρωνε στη λατρεμένη της μητέρα. Κι εκείνη, μ' αγάπη για το παιδί της, μάνα και πατέρας μαζί (αφού ο μπαμπάς “έφυγε” στην κατοχή), δε σταματούσε να λέει: ό,τι και να γίνει, πρόσεχε το σχολειό σου. Πρώτα απ' όλα η μόρφωσή σου και μετά όλα τ' άλλα. Πρόσεχε τις παρέες σου, κι όποιος είναι μαζί σου θα έρχεται στο σπίτι μας.

Τελευταία χρονιά στο Γυμνάσιο. Ένας νέος, μαζί με το φίλο του συνοδεύουν από μακριά τη Βάσια, στο δρόμο της επιστροφής, από το σχολείο. Μέρες τώρα. Η μικρή Βάσια, κολακεύτηκε, ανησύχησε, κι η περιέργειά της άναψε. Μαζί με φόβο. Τη μια μέρα επιτάχυνε το βήμα. Την άλλη κοίταξε πίσω της, ανήσυχη. Η “παρακολούθηση” συνεχιζόταν. Οι νέοι, συμμαθητές από το δημοτικό σχολείο.

Προς το τέλος της σχολικής χρονιάς, η Βάσια, δεν βάσταξε άλλο. Γύρισε πίσω της για να λογαριαστεί με τους “υπόπτους”.

-Γιατί με παρακολουθείτε; τους ρώτησε.

-Δεν σε παρακολουθούμε! Της απάντησαν ευγενικά, και φιλικά, “μη φοβάσαι!” Της απάντησαν.

Όμως για μέρες αυτό συνεχιζόταν, κι εκείνη, μια μέρα, ρώτησε πάλι

-Γιατί εξακολουθείτε να με παρακολουθείτε; Το σπίτι μου είναι εδώ κοντά. Να εκεί! Είπε, σαν να 'θελε να πει “δίνω μια και μπαίνω μέσα και δεν θα με βλέπετε” , ή “αν τολμάτε ελάτε εκεί”.

Τότε, ο ένας νέος της είπε: “την επόμενη Κυριακή θα έρθω στο σπίτι σου”.

Την επόμενη Κυριακή, ο νέος, πήγε στο σπίτι της. Η ευγενέστατη μητέρα της τον δέχθηκε, τον ρώτησε γι' αυτόν, τον περιποιήθηκε, κι εκείνος, λίγο πριν τους αποχαιρετήσει τους είπε:

-Την επόμενη Κυριακή θα έρθω με τους γονείς μου.

Αποχαιρετίστηκαν κι έφυγε. Έτσι κι έγινε. Την επόμενη Κυριακή, πήγε με τους γονείς του, οι οικογένειες γνωρίστηκαν, οι γονείς του νέου ζήτησαν για το παιδί τους το χέρι της Βάσιας και διαβεβαίωσαν τη μητέρα της, πως η κόρη της θα ζήσει ευτυχής, χωρίς να της λείψει ποτέ το παραμικρό.

Η σοφή μαμά της, τους ευχαρίστησε, τους διαβεβαίωσε πως εκείνη έχει ήδη φροντίσει για να μη λείπει τίποτε (από όλα εκείνα τα πρακτικά και καθημερινά πράγματα) στην κόρη της. Αλληλοευχαριστήθηκαν, κι η οικογένεια του νέου αποχώρησε. Σ' ένα χρόνο έκαναν τον αρραβώνα και σ' ένα ακόμη χρόνο έκαναν το γάμο.

Η Βάσια έζησε μαζί με τον καλό της 48 ολόκληρα χρόνια ανέφελου και ειρηνικού βίου, μέχρι που εκείνον τον κάλεσε στους κόλπους του ο Κύριος της αγάπης. Σήμερα η καρδιά της είναι γεμάτη, χορτάτη. Η όψη της δείχνει γαλήνη και πληρότητα. Οι ανάγκες της δεν είναι του κόσμου τούτου, είναι των αγγέλων. Το πρόσωπό της καθρέφτης της εσωτερικής της ειρήνης, της γαλήνης της καρδιάς της. Της πλησμονής της ύπαρξής της όλης.

Μια μορφή ευγενής, μια ψυχή καθαρή, μια καρδιά γαλήνια. Ένας Άνθρωπος, “μορφωμένος” μέσα στην αγάπη.

Ευλογημένη Βασούλα!

Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Alejandro Casona: "Βάρκα δίχως ψαρά"

Το αριστουργηματικό θεατρικό έργο του Alejandro Casona (1903-1965), "Βάρκα δίχως ψαρά", σε ραδιοφωνική διασκευή του 1967. Παρουσίαση σε μορφή slideshow, με φωτογραφίες εμπνευσμένες από τον τίτλο του έργου.

Σε ένα από τα κορυφαία έργα θεατρικής φιλοσοφίας του 20ού αιώνα, ο Αλεχάντρο Κασόνα εξετάζει το ζήτημα της ηθικής της πρόθεσης. Παραπέμπει στον Φάουστ, αλλά "σκάβει" σε βαθύτερα και σκοτεινότερα ένστικτα του ανθρώπου που τον οδηγούν στο έγκλημα (και μάλιστα με τα ταπεινότερα των ελατηρίων) δίχως ίχνος ηθικής αναστολής. Ο Κασόνα, όμως, επιλέγει να κλείσει το δράμα με ένα αισιόδοξο μήνυμα: ότι, στο βάθος της ανθρώπινης συνείδησης υπάρχει πάντα - εν υπνώσει, έστω - το καλό. Κι αυτό είναι που στο τέλος θριαμβεύει!

Ο δημιουργός ισορροπεί αριστουργηματικά ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία, με τη δεύτερη συνιστώσα να εκφράζεται με την αποθέωση του παράλογου: Ο ίδιος ο Διάβολος, σε ρόλο τέλειου ηθικολόγου, διδάσκει στον άνθρωπο το καλό και την αρετή δίνοντάς του ένα ανεπανάληπτο μάθημα ηθικής!

Για να σπάσω τη μονοτονία του ήχου (αφού πρόκειται για ραδιοφωνική παραγωγή), πρόσθεσα εικόνες θαλασσινές από την προσωπική μου συλλογή φωτογραφιών. Καλή ακρόαση!



Alejandro Casona: Βάρκα δίχως ψαρά (Μέρος Α) από costaspap


Alejandro Casona: Βάρκα δίχως ψαρά (Μέρος Β) από costaspap

Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Αναμνήσεις κι αναπολήσεις....

Ένα νοσταλγικό κείμενο της Ελένης Αθανασούλη...

Πέρασε κι η γιορτή της μητέρας! (μας!)

Η δύση έκανε μια γιορτή για το κάθε τι, σε μια ορισμένη μέρα.

Εμπορευματοποίηση. Τις άλλες μέρες μπορούμε να ξεχνάμε

τη μάνα μας, το σύντροφό μας, το δάσκαλό μας, το περιβάλλον κ.ο.κ.


Τούτη τη φορά, μιλώντας με τους φίλους

και τις μαμάδες φιλενάδες μου,

ένιωσα -κι είναι αλήθεια- πρώτη φορά, μόνο μάνα!


Και τώρα, σαν κόρη

αναλογίζομαι τους κόπους, τις αναμονές, το θάρρος,

τις περιστασιακές ματαιώσεις της....

Όμως ήταν μάνα πάνω απ' όλα!

Μάνα ήταν και για τα εγγόνια της. Τρυφερή μάνα.


Θυμάμαι ιδιαίτερα, όταν της πήγαινα τα παιδιά.

Τα δικά μου τα θεωρούσε καλομαθημένα (παρόλο που δεν ήταν)

και τα φιλοξενούσε σα μοναχοπαίδια.

Τα κρατούσε μέρες, καλοκαιριάτικες συνήθως.

Κι εκεί στις 10 το πρωί, που ήταν η ώρα για το αυγό τους,
έκανε τόσα πράγματα για να τα ευχαριστήσει,
που δεν θυμάμαι να 'κανε για μας κάτι παρόμοιο.

Έβαζε λοιπόν, το μελάτο αυγό σ' ένα ποτήρι-κούπα,
και πρόσθετε τόσα πράγματα μέσα, που γινόταν ολόκληρο γεύμα.

Μερικά από αυτά: αλατοπίπερο, τριμμένη-λυωμένη φέτα τυρί,

ρίγανη, λάδι και ψίχα ψωμιού (!). Τους το 'δινε με το κουτάλι το μεγάλο!

Αργότερα που μεγαλώσανε θέλανε κι άλλα.

Τους έφτιαχνε λοιπόν πότε πιτούλες από το ζυμάρι του ψωμιού,
πότε σαλάτα και τυρί, και ελιές (πέρα από το δεκατιανό αυγό).

Για τις ελιές είχε το εξής πλάνο: ήθελε να βγάζει όλα τα κουκούτσια,

για να μη της πνιγούν τα “πρωτευουσιανάκια τα άμαθα”!
Όχι πως χρειαζόταν, αυτοί ήταν τσακάλια!

Αλλά εκείνη που τα 'βλεπε λίγο,

ήθελε να τα περιποιείται πολύ! Τέτοια ψυχή!

Η μνήμη τους αυτή είναι ολοζώντανη, γιατί (τα καθάρματα) για να τη βάλουν

να τρέχει περισσότερο για χάρη τους

δεν ήθελαν από τις ίδιες ελιές!

ο ένα ήθελε μαύρες ξυδάτες, κι άλλος πράσινες λεμονάτες!

Κι εκείνη τους έκανε το χατήρι, με γλυκόλογα, κι αγάπες.

Αυτή η μνήμη,
είναι γι' αυτούς πολύ δυνατό στοιχείο για την αγάπη της γιαγιάς τους!
Ξέχωρα από τα δεκάρικα που ήθελαν σχεδόν κάθε μέρα

για να αγοράζουν βιβλία παιδικής λογοτεχνίας,

βλέπεις.. η καθημερινή ψυχαγωγία!
Το “κακό” για τη μάνα μου ήταν πως διαβάζανε γρήγορα!
-Δεν τους προφταίνω! μου έλεγε, με ξεφραγκίσανε!
-Μαμά μη τους κάνεις όλα τα χατήρια! της έλεγα, κι εκείνη:
-Καημένη μου, πόσες μέρες θα είναι εδώ; του χρόνου θα τα ξαναδώ!

μέχρι του χρόνου θα τα 'χω ξαναμαζέψει τα λεφτά μου! έχει ο Θεός!

Αχ! μάνα!

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

Εικόνες μιας πόλης… #20



Εικόνες παλιάς, αρχοντικής γειτονιάς, ενθυμήματα μιας άλλης εποχής. Τότε που ήταν προνόμιο να ζει κανείς στα Εξάρχεια

Aixmi.gr

Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Ένα ποιητικό σχόλιο για μια εικόνα...

Ο ποιητής Αθανάσιος Βαβλίδας δημοσίευσε ένα απίστευτα διεισδυτικό σχόλιο για τη φωτογραφία που εμπεριέχεται στο άρθρο: Εικόνες μιας πόλης… #19, στο Aixmi.gr. Καθώς η αξία του σχολίου υπερβαίνει κατά πολύ την αξία της ίδιας της εικόνας, αναδημοσιεύω το υπέροχο αυτό κείμενο του διακεκριμένου Έλληνα ποιητή, το οποίο μας τιμά αφάνταστα!

Υπέροχο το θέμα της φωτογραφίας όπου δεν ξέρει κανείς τι να προσέξει περισσότερο: το άνω περίγραμμα που παραπέμπει σε κουρτίνα με τις φουντίτσες στις απολήξεις, την καγκελωτή προφύλαξη με γραμμές που καμπυλώνουν στα άκρα προσπαθώντας να αποφύγουν την κλασική αυστηρή (αμυντική) γραμμή, το μυστηριώδες γαλάζιο φως από μέσα που δεν ξέρεις αν σχετίζεται με το τεχνητό φως απ’ έξω, τις σκιές των δέντρων που πλαισιώνουν το κάδρο σαν προέκταση μιας άγνωστης εσωτερικής λειτουργίας, την υποψία ενός υφάσματος που κρέμεται από μέσα σαν κουρτίνα ή έκθεμα οροφής, ένα παράθυρο για μία πόλη αλλού και άλλοτε…! 
Αθανάσιος Βαβλίδας