Κάποτε έμενα στον Άγιο Νικόλαο, στα Κάτω Πατήσια (πριν ακόμα μετεξελιχθούν σε παγκόσμιο πολυπολιτισμικό κέντρο...). Στη μικρή πλατεία ήμασταν όλοι γνωστοί. Δύο μορφές, όμως, ξεχώριζαν. Πρώτος, λόγω στεντόρειας φωνής, έκανε αισθητή την παρουσία του ο Βύρωνας ο φιλόσοφος. Υπέρβαρος αλλά με αεικίνητο πνεύμα, μόνιμα τοποθετημένος δίπλα στο ανοιχτό παράθυρο του ισόγειου διαμερίσματός του, δεν χρησιμοποιούσε ποτέ αναπτήρα για ν’ ανάψει τσιγάρο, αφού κάθε επόμενο άναβε με την καύτρα του προηγούμενου! Όταν αρρώστησε και χρειάστηκε να παίρνει οξυγόνο, παραπονιόταν ότι η μάσκα που του έδωσαν ήταν ελαττωματική γιατί δεν είχαν προβλέψει τρύπα για να μπαίνει το... τσιγάρο! Ήταν και προφήτης: «Αυτό το κοριτσάκι, η κόρη της τάδε, κάποια μέρα ή θα καταλήξει στον Κορυδαλλό, ή θα γίνει εισαγγελέας!» Τελικά, έγινε εισαγγελέας...
Στον αντίποδα του θορυβώδους φιλόσοφου, η γλυκιά κι αθόρυβη μορφή της Κυρά-Μαλαίνας. Σεμνή και ταπεινή, όπως πρόσταζε και η πολιτική ιδεολογία που με απόλυτη συνέπεια υπηρέτησε για μια ολόκληρη ζωή, πληρώνοντάς το μάλιστα και με πολυετή φυλάκιση (νέα μητέρα ακόμα) τα σκοτεινά χρόνια του Εμφύλιου, δεν σε άφηνε καν να υποπτευτείς - αν δεν το γνώριζες ήδη - πως δεν ήταν άλλη από τη γνωστή Μεγάλη Κυρία του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ακόμα κι αν το αγνοούσες, όμως, πάλι θα την ξεχώριζες από τη λεπτότητα και την ευγένειά της. Προσωπικά, είχα έναν ακόμα λόγο να την ξεχωρίζω: την αγάπη της για τα ζώα.
Καθώς είχαν περάσει τα χρόνια, δεν θυμόταν εύκολα ονόματα. Έτσι, για να μη λαθεύει, με φώναζε πάντα «ο κύριος με το περιστέρι», αφού της είχα πάει κάποτε ένα τραυματισμένο περιστέρι που βρήκα στο δρόμο για να το περιθάλψει (πού αλλού να το πήγαινα;). Μια σκηνή που θα μου μείνει αξέχαστη ήταν κάποια φορά που τη συνάντησα στην πλατεία να ταΐζει έναν αδέσποτο σκύλο, τον Ρόκυ. Έτεινα το χέρι να τη χαιρετήσω, όπως πάντα. Μου λέει: «Θα ήθελα να σας χαιρετήσω, αλλά φοβάμαι θα σας λερώσω!» Και τότε πρόσεξα πως το χέρι της είχε μόλις βγει από μια κονσέρβα με σκυλοτροφή, από την οποία τάιζε στο στόμα τον τυχεράκια το Ρόκυ...
Ο Βύρωνας και η Κυρά-Μαλαίνα έχουν φύγει εδώ και χρόνια απ’ την πλατεία που έμενα κάποτε. Έχουν φύγει κι απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο που γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για φιλόσοφους και καλλιτέχνες κάποιας ηλικίας. Σε λίγο αυτή η πόλη ολόκληρη θα γίνει αφιλόξενη για όλους μας. «Ευτυχώς» εκείνοι δεν πρόλαβαν να βιώσουν τον πολυπολιτισμικό τρόμο που σήμερα ζουν, σχεδόν αδιαμαρτύρητα πια (εξάλλου, ποιος ν’ ακούσει;) οι Αθηναϊκές γειτονιές, και όχι μόνο αυτές στα Κάτω Πατήσια...
Όμως, κάπου εδώ πρέπει να σιωπήσω. Το να θυμάσαι καλύτερες εποχές σε μια πόλη που αργοπεθαίνει, είναι σαδομαζοχιστική διαστροφή. Το είπε άλλωστε κι ο ίδιος ο Δάντης, βλέποντας με συμπόνια το μαρτύριο της Φραντσέσκα ντα Ρίμινι στην Κόλαση...
Στον αντίποδα του θορυβώδους φιλόσοφου, η γλυκιά κι αθόρυβη μορφή της Κυρά-Μαλαίνας. Σεμνή και ταπεινή, όπως πρόσταζε και η πολιτική ιδεολογία που με απόλυτη συνέπεια υπηρέτησε για μια ολόκληρη ζωή, πληρώνοντάς το μάλιστα και με πολυετή φυλάκιση (νέα μητέρα ακόμα) τα σκοτεινά χρόνια του Εμφύλιου, δεν σε άφηνε καν να υποπτευτείς - αν δεν το γνώριζες ήδη - πως δεν ήταν άλλη από τη γνωστή Μεγάλη Κυρία του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ακόμα κι αν το αγνοούσες, όμως, πάλι θα την ξεχώριζες από τη λεπτότητα και την ευγένειά της. Προσωπικά, είχα έναν ακόμα λόγο να την ξεχωρίζω: την αγάπη της για τα ζώα.
Καθώς είχαν περάσει τα χρόνια, δεν θυμόταν εύκολα ονόματα. Έτσι, για να μη λαθεύει, με φώναζε πάντα «ο κύριος με το περιστέρι», αφού της είχα πάει κάποτε ένα τραυματισμένο περιστέρι που βρήκα στο δρόμο για να το περιθάλψει (πού αλλού να το πήγαινα;). Μια σκηνή που θα μου μείνει αξέχαστη ήταν κάποια φορά που τη συνάντησα στην πλατεία να ταΐζει έναν αδέσποτο σκύλο, τον Ρόκυ. Έτεινα το χέρι να τη χαιρετήσω, όπως πάντα. Μου λέει: «Θα ήθελα να σας χαιρετήσω, αλλά φοβάμαι θα σας λερώσω!» Και τότε πρόσεξα πως το χέρι της είχε μόλις βγει από μια κονσέρβα με σκυλοτροφή, από την οποία τάιζε στο στόμα τον τυχεράκια το Ρόκυ...
Ο Βύρωνας και η Κυρά-Μαλαίνα έχουν φύγει εδώ και χρόνια απ’ την πλατεία που έμενα κάποτε. Έχουν φύγει κι απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο που γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για φιλόσοφους και καλλιτέχνες κάποιας ηλικίας. Σε λίγο αυτή η πόλη ολόκληρη θα γίνει αφιλόξενη για όλους μας. «Ευτυχώς» εκείνοι δεν πρόλαβαν να βιώσουν τον πολυπολιτισμικό τρόμο που σήμερα ζουν, σχεδόν αδιαμαρτύρητα πια (εξάλλου, ποιος ν’ ακούσει;) οι Αθηναϊκές γειτονιές, και όχι μόνο αυτές στα Κάτω Πατήσια...
Όμως, κάπου εδώ πρέπει να σιωπήσω. Το να θυμάσαι καλύτερες εποχές σε μια πόλη που αργοπεθαίνει, είναι σαδομαζοχιστική διαστροφή. Το είπε άλλωστε κι ο ίδιος ο Δάντης, βλέποντας με συμπόνια το μαρτύριο της Φραντσέσκα ντα Ρίμινι στην Κόλαση...
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου