Θα πρέπει να αποφύγουμε την παγίδα της αυτοαξιολόγησης με κριτήριο την αποδοχή ή την απόρριψη από τους άλλους. Κάτι που μπορεί να συμβεί σε κάθε είδους επαφή, από τα social media ως τις ερωτικές σχέσεις...
Γράφουν: Κώστας Παπαχρήστου & Μανταλένα - Μαρία Διαμαντή
Το πρωί, από συνήθεια ή από ένστικτο, ρίχνουμε μια ματιά στον καθρέφτη. Ίσως ελπίζοντας ότι θα αρέσουμε στον εαυτό μας λίγο περισσότερο απ' ό,τι την προηγούμενη μέρα, ή ίσως από φόβο ότι θα του αρέσουμε λιγότερο. Σε κάθε περίπτωση - και με την προϋπόθεση ότι ο καθρέφτης δεν είναι παραμορφωτικός - το γεωμετρικό είδωλο του εαυτού μας που βλέπουμε, αρεστό ή όχι, αντανακλά πιστά μια πραγματικότητα. Είναι μία εικόνα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Κι εδώ εξαντλείται ο κατάλογος των αντικειμενικών κατόπτρων της καθημερινότητάς μας. Γιατί, όλοι οι υπόλοιποι "καθρέφτες" της ζωής μας είναι παραμορφωτικοί. Αφού, το είδωλο του εαυτού μας που μας επιστρέφουν περνά μέσα από υποκειμενικά ανθρώπινα φίλτρα. Είτε πρόκειται για τους λίγους ανθρώπους που έχουμε επιλέξει να βρίσκονται κοντά μας, είτε, ευρύτερα, για το υποσύνολο της κοινωνίας με το οποίο συσχετιζόμαστε.
Είχαμε μιλήσει παλιότερα για τον κίνδυνο ψυχολογικής εξάρτησης από τις "επιδοκιμασίες" (τα περίφημα "Like") στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μεταφέρουμε ένα απόσπασμα από εκείνη τη συζήτηση:
Το σύστημα των "επιδοκιμασιών" στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη ψυχολογία, αν κάποιος κάνει το λάθος να συνδέσει το αίσθημα της αυταξίας με τις ανταποκρίσεις των χρηστών στις αναρτήσεις του. Πολλοί χρήστες του Facebook βιώνουν αισθήματα αυτοαμφισβήτησης ή και απόρριψης από τον διαδικτυακό κοινωνικό τους χώρο, όταν μειώνεται (για τους όποιους λόγους) η συχνότητα των εισπραττόμενων τεκμηρίων επιδοκιμασίας. Συχνά, μάλιστα, διαδικτυακές "φιλίες" χαλούν εξαιτίας της συστηματικής αμέλειας στην παροχή των απεγνωσμένα επιζητούμενων ψυχολογικών επιβεβαιώσεων μέσω του παντοδύναμου κουμπιού!
Ο μηχανισμός των “Like” μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη αρνητικής ψυχολογίας σε περίπτωση εθισμού και, τελικά, αποστέρησης της επιδοκιμασίας. Ας αποφύγουμε την παγίδα να διαμορφώσουμε αίσθημα αυταξίας με βάση τον αριθμό των επιδοκιμασιών που εισπράττουμε στα social media. Η αξία των λόγων και των σκέψεών μας δεν κρίνεται από τη δημοφιλία τους σε κάποιο υποσύνολο της κοινωνίας, αλλά από το βάθος της συνειδητότητας που αντιπροσωπεύουν και το μέγεθος της αλήθειας που εκφράζουν...
Οι προσωπικές σχέσεις αποτελούν ξεχωριστή και πολύ περισσότερο ευαίσθητη περίπτωση. Γιατί, αν ένα ηλεκτρονικό προφίλ μπορούμε εύκολα να το διαγράψουμε από τη λίστα των διαδικτυακών "φίλων", δεν είναι το ίδιο εύκολο να διαγράψουμε από τη συνείδησή μας πρόσωπα στα οποία έχουμε καταθέσει ένα (συχνά μεγάλο) μέρος από το συναισθηματικό δυναμικό μας. Κι αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις ερωτικές σχέσεις.
Κάποια στιγμή, η άλλη πλευρά αποφασίζει - για τους δικούς της λόγους - να φύγει από τη σχέση. Κι αυτό είναι δυνατό να το εισπράξουμε ως απόρριψη ή ως προδοσία [1], πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε δυσάρεστες ψυχικές καταστάσεις που κυμαίνονται από αυτο-αμφισβήτηση και αυτο-οίκτο μέχρι έντονο αίσθημα θυμού, ακόμα και μίσους. Το διακύβευμα είναι διπλό: εκτός από το ότι χάνουμε μία ερωτική σχέση, κινδυνεύουμε να χάσουμε και τον ίδιο τον εαυτό μας!
Το αίσθημα της απόρριψης μπορεί να μας παρασύρει σε λανθασμένες θεωρήσεις, τόσο για τον εαυτό μας όσο και για τον άλλον:
1. Συναρτούμε το αίσθημα της αυταξίας μας με τις διακυμάνσεις της βούλησης ενός άλλου ανθρώπου. Έτσι, βιώνουμε αισθήματα αυτοεκτίμησης ή αυτοαπόρριψης, ανάλογα με το αν αυτός ο άλλος επιθυμεί να βρίσκεται με εμάς ή χωρίς εμάς. Με τον τρόπο αυτό γινόμαστε έρμαια των επιλογών ενός ξένου παράγοντα και, κυριολεκτικά, παύουμε να ανήκουμε στον εαυτό μας!
2. Στο αντίθετο άκρο, μετρούμε την αξία κάποιου με κριτήριο το αν μας επιθυμεί ή μας απορρίπτει: "Αφού έφυγε, αποδείχθηκε ότι δεν άξιζε να βρίσκεται στη ζωή μου!" Η θεώρηση αυτή κατά βάση ανάγει την άσκηση ελεύθερης βούλησης σε ηθικό ζήτημα, ενώ αξιολογεί τη φυγή ως παράπτωμα: "Οφείλεις να συνεχίσεις να θέλεις να βρίσκεσαι μαζί μου, αλλιώς είσαι ηθικά κατώτερος από εμένα που εξακολουθώ να σε θέλω!"
Όμως, τι αξία έχει να παραμένει κοντά μας, επειδή "έτσι πρέπει", κάποιος που δεν θα ήθελε να βρίσκεται εκεί; Μία έντιμη φυγή δεν είναι, άραγε, πιο αξιοπρεπής στάση απέναντί μας, σε σύγκριση με μία συμβατική και υποκριτική παραμονή; (Με όσες παρενέργειες, μάλιστα, υποκρύπτει η δεύτερη επιλογή, κυρίως από πλευράς πιθανών "διεξόδων"...)
Κλείνουμε το σημείωμα με ένα κριτικό (και, κατά μία έννοια, αναθεωρητικό) σχόλιο που αφορά τον λόγο, του οποίου τα δομικά στοιχεία - οι λέξεις που χρησιμοποιούμε - αν επιλεγούν με λάθος τρόπο είναι δυνατό να δημιουργήσουν ή να ενισχύσουν αρνητικά συναισθήματα. Επανεξετάζοντας τις λέξεις μας, διαπιστώνουμε ότι κάποια από αυτές θα μπορούσε να έχει αυτό ακριβώς το μη-επιθυμητό αποτέλεσμα...
Ερώτηση: Θα πρέπει να μιλάμε για "απόρριψη" όταν αναφερόμαστε σε πρόσωπα και όχι σε αντικείμενα ή ιδέες;
Καταρχάς, απορρίπτουμε (δηλαδή, πετάμε) ένα αντικείμενο όταν δεν το χρειαζόμαστε άλλο. Επίσης, απορρίπτουμε μία ιδέα με την οποία διαφωνούμε, ή μια πρόταση που μας γίνεται αλλά δεν μας ικανοποιεί.
Στην περίπτωση προσώπου, όμως, η χρήση της λέξης "απόρριψη" αντικειμενοποιεί το άτομο με τρόπο υποτιμητικό. Όταν ισχυριζόμαστε ότι κάποιος μας "απορρίπτει", είναι σαν να του αναγνωρίζουμε το δικαίωμα ή το προνόμιο να μας υποβιβάζει στην κατηγορία ενός αχρείαστου πράγματος. Και είμαστε εμείς οι ίδιοι, τελικά, που αδικούμε τον εαυτό μας περισσότερο απ' όσο μας "αδίκησε" κάποιος άλλος με τη φυγή του! (Βέβαια, πραγματική αδικία δεν υφίσταται εκ μέρους του, αφού αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου η επιλογή προσανατολισμού της βούλησής του.)
Εν κατακλείδι, κανείς δεν απορρίπτει κανέναν σε μία ερωτική σχέση. Οι άνθρωποι κυβερνώνται από τις βουλήσεις τους, κι αυτές είναι δυνατό να τους πηγαίνουν σε άλλες κατευθύνσεις όταν αλλάζει η φορά του ανέμου των επιθυμιών τους. Όταν, δηλαδή, ο ερωτικός προσανατολισμός έχει κάνει πια τον κύκλο του και, ενδεχομένως, ζητά να επενδύσει σε νέες εμπειρίες. Είναι (δυστυχώς, αν θέλετε) κανόνας της ζωής που θα πρέπει να τον αποδεχθούμε με πραγματισμό και δίχως αισθήματα θυμού, ηττοπάθειας ή αυτο-οίκτου.
Γιατί - κι αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε - η φυγή ενός ερωτικού εταίρου αφορά τον ίδιο και μόνο, χωρίς να λέει το παραμικρό για τη δική μας αξία. Και, αν το καλοεξετάσουμε, ούτε για τη δική του!
[1] Μανταλένα - Μαρία Διαμαντή: 7 λέξεις που σημάδεψαν την καρδιά μου (Εκδ. Οργανισμός Λιβάνη, 2019), Κεφ. 4.