Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

Το «χθες» και το «αύριο» μέσα απ’ τη τζαμόπορτα


Το κοντράστ της νεανικής αλαζονείας με την ταπεινοφροσύνη της ωριμότητας, μέσα από ένα στιγμιότυπο σε μία παλιά (κλειστή εδώ και χρόνια) ταβέρνα στο Κουκάκι. Απόσπασμα χρονογραφήματος του 2012 στο ΒΗΜΑ, τότε που κάθε εμπειρία της καθημερινότητάς μας γεννούσε συνειρμούς με την κατάσταση χρεοκοπίας στην οποία βρισκόταν η χώρα...

Από τη τζαμόπορτα της παλιάς ταβέρνας στου Κουκάκη (με ήτα!) μπορούσα να βλέπω τα δύο τραπέζια στον πεζόδρομο.

Στο ένα καθόταν ένα νέο ζευγάρι – ίσως φοιτητές, ή λίγο μεγαλύτεροι. Ο τύπος ήταν απ’ αυτούς που αντλούν τον αυτοπροσδιορισμό τους από την προσοχή των άλλων. Πριν καθίσουν, είχε μπει στην ταβέρνα με ύφος υπερχειλίζουσας μαγκιάς που κάνει τη γη να τρίζει κάτω απ’ τα πόδια της, επιθεώρησε σχολαστικά τα φαγητά, και έδωσε την παραγγελιά του με σίγουρη και βροντερή φωνή, όπως ταιριάζει σε πραγματικούς επιβήτορες! Τη φωνή της «κότας» που τον συνόδευε, για να είμαι ειλικρινής, δεν την άκουσα ποτέ, φαινόταν όμως να απολαμβάνει την προστατευτική παρουσία του «μάτσο» ιδιοκτήτη της. Δεν αποτέλεσε έκπληξη για μένα το γεγονός ότι, όση ώρα εκών-άκων τους έβλεπα μέσα απ’ τη τζαμόπορτα, δεν διέκρινα ούτε υποψία τρυφερότητας ανάμεσα στο αυτάρεσκο θεριό και το καθυποταγμένο φτερωτό του. Εκείνος απλά απολάμβανε το γεύμα του, ενώ εκείνη κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια να μην τον ενοχλεί...

Στο άλλο τραπέζι το σκηνικό ήταν πολύ διαφορετικό. Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι έτρωγε αθόρυβα, φροντίζοντας να κάνουν την παρουσία τους όσο γινόταν πιο διακριτική. Κάθε τόσο, η γυναίκα έσκυβε προς το μέρος του συμπαθέστατου ανθρώπου που καθόταν δίπλα της και τον χάιδευε στοργικά στο κεφάλι και την πλάτη. Εκείνος τότε έγερνε απαλά στον ώμο της και δεχόταν με ευγνωμοσύνη ακόμα μια δόση απ’ τη στοργή της. Ήταν φανερό πως ο άνθρωπος υπέφερε από κάποιο πρόβλημα υγείας που τον καθιστούσε ευάλωτο. Και ήταν εξίσου φανερό πως η γυναίκα του τού πρόσφερε το καλύτερο γιατρικό που υπάρχει στον κόσμο: την αγάπη της!

Δεν ξέρω για ποιο πράγμα ένιωσα περισσότερη θλίψη... Για το ζευγάρι των απόμαχων της ζωής, που έμειναν μόνοι να στηρίζουν ο ένας τον άλλο μπροστά στο τρομαχτικό φάσμα μιας αβέβαιης επόμενης μέρας που κάθε της στιγμή φαντάζει σαν απειλή για το πολύτιμο «μαζί»; Για τον υπερφίαλο νεαρό που νομίζει πως θα βιώνει αιώνια την αυτάρεσκη αίσθηση της δύναμής του, αγνοώντας αφελώς τις σκληρές πραγματικότητες που αποκαλύπτει η ζωή στο διάβα της;

Καθώς έπαιρνα το δρόμο για το σπίτι, δεν απέφυγα τους συμβολικούς συνειρμούς με μια χώρα που, πάνω στην αλαζονική αφέλεια της αυτάρεσκης εθνικής «εφηβείας» της, μεθυσμένη από τη μαγική αυτοεικόνα της «οικονομικής υπερδύναμης των Βαλκανίων», βάδισε με σίγουρα βήματα ως το χείλος της καταστροφής της! Και τώρα, στην όψιμη, καταναγκαστική, αιφνίδια ενηλικίωσή της, θα πρέπει ν’ ανακαλύψει τις άγνωστες γι’ αυτήν αρετές της αυτοσυγκράτησης και της κοινωνικής αλληλεγγύης, σαν μόνους δρόμους για τη σωτηρία...

(ΤΟ ΒΗΜΑ, 30/3/2012)

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

Στη σκιά ενός επίγειου «θεού»…


Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου

Τίποτα δεν προετοίμασε την παρουσία του, τίποτα δεν διαδέχθηκε τη φυγή του. Ήταν σαν αυτό που λέμε στα Μαθηματικά, “singularity”. Σαν την κορφή ενός βουνού που πεισματικά στέκει μονάχη, μοναδική στο είδος της. Ίσως γιατί κι ο ίδιος συνειδητά (όχι δίχως κάποιο αίσθημα ματαιοδοξίας και αυταρέσκειας) τοποθέτησε τον εαυτό του στην κορυφή του κόσμου, έτσι που κανείς ποτέ να μη μπορέσει να δειχθεί άξιος διάδοχός του.

Ιδρυτής και μοναδικός αρχιερέας μίας θρησκείας που είχε ένα κεντρικό και μη διαπραγματεύσιμο δόγμα: την άνευ όρων λατρεία στο πρόσωπό του. Οπαδοί οι μαθητές του, που τον λάτρεψαν σαν θεό αρνούμενοι να δουν τις ανθρώπινες αδυναμίες του. Μαγεμένοι, σχεδόν υπνωτισμένοι, από τη χαρισματική του προσωπικότητα, θα μπορούσαν να δεχθούν ακόμα κι ότι ο ήλιος ανατέλλει από τη δύση, αν έτσι έλεγε ο Δάσκαλος! Αυτό που γι’ αυτούς είχε σημασία δεν ήταν τόσο το ουσιαστικό περιεχόμενο της σκέψης του, όσο ο μαγνητισμός κι η γοητεία που τους ασκούσε η εκφορά της.

Κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ να διακόψει τον χειμαρρώδη λόγο του για να αρθρώσει – υπό μορφή, έστω, απορίας – υποψία εναλλακτικής θέσης, πόσο μάλλον ένστασης. Όχι από φόβο (τούτο το αισχρό συναίσθημα ουδέποτε το ενέπνευσε στους μαθητές του!) μα από μια μορφή σεβασμού που μόνο μία θεότητα θα μπορούσε να απολαμβάνει! Πίστευε, και το εφάρμοσε με συνέπεια στην πράξη, πως η σχέση μαθητή – δασκάλου οφείλει να είναι στον πυρήνα της ερωτική. Έρωτας εξ ορισμού άνισος, βέβαια, αφού σαν προϋπόθεση είχε την πλήρη και συνειδητή υποταγή της μίας πλευράς στην άλλη…

Αληθινά ιδιοφυής (κατά τη γνώμη μου, ίσως ο ιδιοφυέστερος Έλληνας στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα!), δεν άντεξε τελικά το βάρος της ίδιας του της προσωπικότητας. Κι επέλεξε τη λύτρωση μέσω της φυγής. Μιας φυγής στην οποία προσέδωσε τη μυστηριακή όψη ανάληψης σε σφαίρες υπερκόσμιες, εκεί που η αθανασία αναμένει τους πραγματικά μεγάλους. Ή – γιατί όχι; – τους ίδιους τους θεούς, όπως μαρτυρά μια γνώριμη δαφνοστεφανωμένη εικόνα του.

Η απίστευτη διεισδυτικότητα με την οποία ήταν προικισμένη η ματιά του τού επέτρεπε να διακρίνει τα αδύνατα σημεία και τα συναισθηματικά κενά των ανθρώπων που συναντούσε. Μπορούσε να εντοπίζει το έλλειμμα αυτοπεποίθησης, όπου και όσο βαθιά κι αν κρυβόταν μέσα στο ακροατήριό του, και ήξερε πάντα τις κατάλληλες λέξεις που θα χάριζαν πίστη σε αυτοαμφισβητούμενες συνειδητότητες.

Μάστορας μοναδικός στην τέχνη του χειρισμού του γυναικείου ψυχισμού, δεν έκρυβε τη γνώση του στα βαθύτερα μυστικά της, όπως αποκαλύπτει με περισσή αυταρέσκεια στο κύκνειο άσμα του, το τελευταίο του βιβλίο. Κάποιες μαθήτριές του δεν μπόρεσαν ποτέ να ξεπεράσουν τη φυγή του, θαρρείς και φεύγοντας πήρε μαζί του και τις ψυχές τους. Και κάθε άλλος εραστής, οσοδήποτε άξιος, έμεινε να φαντάζει στα μάτια τους ανεπαρκής – στην καλύτερη περίπτωση, σαν γήινο υποκατάστατο ενός «ημίθεου».

Σ’ αυτούς τους «ευγενικούς κι αόρατους» εραστές, που βρέθηκαν στην ανάγκη να συναγωνίζονται άνισα τη σκιά ενός εκ φύσεως γητευτή που με μοναδικό θεατρικό στόμφο αναλήφθηκε από την κορυφή του Ταΰγετου, αφιερώνεται το κάπως πικρά σαρκαστικό στιχούργημα που ακολουθεί.

Παράδεισος


Δε λέω,
γλυκός είναι ο πόνος
να βασιλεύεις στον Παράδεισο
τώρα που φύγαν οι θεοί.
Και οι πατημασιές που αφήκαν
– βαριές και ανεξίτηλες –
το πιο καλό αντίδοτο
στη ματαιοδοξία σου.

Ήρθε λοιπόν η ώρα σου
ευγενικέ κι αόρατε φιλόσοφε:
Μ’ αυτά τα μισοφαγωμένα μήλα
την τέχνη σου όλη βάλε
και της ψυχής σου τη γλυκύτητα
να φτιάξεις μια υπέροχη κομπόστα!


Κλείνω με έναν διάλογο από την αριστουργηματική ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, «Ο Άνθρωπος του Τραίνου». Αφιερώνεται σ’ εκείνους που δεν μπόρεσαν να αναμετρηθούν με όνειρα και φαντάσματα δίχως να νιώσουν την ταπείνωση της ήττας...

– Αυτός ο άνθρωπος είναι ένα όνειρο, ένα φάντασμα!

– Αυτό είναι το χειρότερο! Έναν πραγματικό άνθρωπο τον πολεμάς. Έχει αδυναμίες, κακές πλευρές… Ένα όνειρο όμως; Ένα φάντασμα πώς θα μπορέσεις να το πολεμήσεις; Ένα όνειρο είναι πιο ζωντανό απ’ την ίδια τη ζωή!


Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

Πόλη φαντασμάτων


Τις νύχτες που περιπλανιέσαι 
μες στα στενά που ήξερες της πόλης 
ποτέ μην αναρωτηθείς 
οι δρόμοι αυτοί οι άγριοι, οι σκοτεινοί 
πού θα σε βγάλουν: 
δε βγάζουν πουθενά! 

Τα μέρη που έζησες γίναν αδιάβατα. 
Στα σπίτια που ερήμωσαν 
μένουν φαντάσματα, 
στους άδειους δρόμους περπατούν σκιές 
που σέρνουνε τα θλιβερά τους βήματα 
μέσα σ’ αυτά που κάποτε λεγόνταν γειτονιές... 

Η πόλη που αγάπησες 
δεν είναι πια εδώ! 
Χιλιάδες χρόνια αντιστάθηκε 
μα στέρεψ’ από ήρωες κι απόκαμε. 
Κι αμέτρητες ανοίξανε κερκόπορτες 
(πώς δεν τις βλέπαμε;) 
κι από στεριά και θάλασσα 
οι βάρβαροι διαβήκανε στο τέλος... 

(Ντίνος Πυργιώτης, ΝΑΥΑΓΗΜΑΤΑ)

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2024

Τι είναι, τελικά, αληθινό;


 Με αφορμή την δημόσια υπερ-προβολή επίπλαστης "ευτυχίας" από ένα ζεύγος μεγαλοδικηγόρων, όπου τελικά ο σύζυγος λίγο έλειψε να χριστεί γυναικοκτόνος, ήρθε πρόσφατα στο προσκήνιο μία παλιά, σοφή ρήση της Μαλβίνας Κάραλη (της οποίας το ταμπεραμέντο, ομολογώ, ουδέποτε συμπάθησα ιδιαίτερα):

«Είμαι καχύποπτη με όσους διαφημίζουν υπερβολικά την ευτυχία τους!»

Παίρνοντας αφορμή από αυτό, ανάρτησα την ακόλουθη πρόταση στο Facebook:

Τα δύο πιο αθόρυβα πράγματα στον κόσμο είναι η αληθινή ευτυχία και ο αληθινός έρωτας!

Για να εισπράξω "πληρωμένη" απάντηση από την καλή φίλη, συνάδελφο και συν-φιλόσοφο, Δ.Κ.:

«Το θέμα είναι, όμως, πώς ορίζει κάποιος την έννοια του αληθινού...»

Με άλλα λόγια, υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα, ή μήπως τα πάντα είναι προβολές ενός απροσδιόριστου υποκείμενου κόσμου, που μορφοποιούνται ανάλογα με την οπτική γωνία του καθενός μας;

Έχοντας μελετήσει κβαντομηχανική, δύσκολα θα μπορούσα να απορρίψω καταρχήν το διαζευκτικό σκέλος του πιο πάνω ερωτήματος. Όμως, επειδή η κβαντομηχανική αφορά τον μικρόκοσμο - στον οποίο πολλά από τα αυτονόητα της καθημερινής μας εμπειρίας παύουν να ισχύουν - θα παραμείνω με ασφάλεια στον "Νευτώνειο" κόσμο της καθημερινότητάς μας.

Το τι είναι "αληθινό" δεν επιδέχεται μονοσήμαντο ορισμό. Θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε την έννοια αυτή από διαφορετικές σκοπιές που λειτουργούν συμπληρωματικά και, συντιθέμενες, οδηγούν σε μία κατά το δυνατόν ευρεία αντίληψη της ιδέας του αληθινού.

1. Η επιστημονική (αντικειμενική) αντίληψη: Αληθινό είναι αυτό που, όπως ένα θεώρημα των μαθηματικών, αντέχει σε κάθε αποδεικτική διαδικασία και ανθίσταται σε κάθε απόπειρα διάψευσής του. Αν κάποιος, λ.χ., που ισχυρίζεται ότι είναι "απόλυτα έντιμος" βρεθεί έστω και μία φορά να εξαπατά τους συνανθρώπους του, τότε ο πιο πάνω ισχυρισμός του αποδεικνύεται μη-αληθής.

2. Η επικοινωνιακή αντίληψη: Αληθινό είναι αυτό που προβάλλεται προς τα έξω δίχως ανάγκη μεταμφίεσης, ως σταθερή και αυτόνομη εικόνα, ανεξάρτητα από το κοινωνικό υποσύνολο που κατά περίσταση αποτελεί αποδέκτη της προβολής. Για παράδειγμα, αν, ενώ είμαι κατηφής στο άμεσο περιβάλλον μου, επιστρατεύω ένα στιγμιαίο χαμόγελο για τις ανάγκες μιας φωτογράφισης με σκοπό την ανάρτησή της στα social media, η ψυχική διάθεση που προβάλλω στους διαδικτυακούς "φίλους" μου είναι προφανώς αναληθής.

3. Η αυτογνωστική αντίληψη: Αληθινό είναι ό,τι κρύβεται μέσα μας και δεν ζητά να αποδείξει ή να δικαιολογήσει την ύπαρξή του. Αν πιστεύω, λ.χ., ότι έχω κάνει σωστές επιλογές ζωής, συμβατές με τις αρχές μου αλλά και με τα όρια των δυνατοτήτων μου, ακολουθώ συνειδητά και σταθερά τον δρόμο που εγώ ο ίδιος έχω χαράξει και δεν ζητώ την έγκριση των άλλων. Αυτός είναι ο δικός μου, αληθινός δρόμος!

4. Η δογματική αντίληψη: Αληθινό είναι αποκλειστικά και μόνο αυτό που υπαγορεύεται από ένα κατεστημένο σύστημα αρχών και ιδεών, όπως λ.χ. μία θρησκεία ή μια αυταρχική πολιτική ιδεολογία. Τα παραδείγματα εδώ περιττεύουν...

Ο αναγνώστης ας εμπλουτίσει την πολύπλευρη εννοιολογία του "αληθινού" με δικές του προτάσεις. Και ίσως βρούμε κάποτε μία ικανοποιητική απάντηση στο κριτικό ερώτημα που έθεσε εν είδει πνευματικής πρόκλησης η φίλη μαθηματικός!

Κ.

Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

«Υπερηφάνεια», ή μήπως ρατσισμός αλά καρτ;


 Είναι θεμιτό και, τελικά, δίκαιο να δηλώνει κάποιος υπερήφανος για ένα επίτευγμά του. Αν είναι γονιός, μπορεί να αισθάνεται υπερήφανος ακόμα και για τα επιτεύγματα των παιδιών του.

Τι μπορούμε να πούμε, όμως, για εκείνον που δηλώνει υπερήφανος για ιδιότητες που δεν επέλεξε ο ίδιος να έχει, αλλά του τις δώρισε η Φύση ή οι συγκυρίες της ζωής;

Για παράδειγμα, αν κάποιος εκφράζει υπερηφάνεια για το ότι ανήκει στη λευκή φυλή, είναι σαν να υπονοεί ότι θεωρεί τη φυλή αυτή ανώτερη από τις υπόλοιπες και, συνεπώς, όλοι όσοι δεν ανήκουν σε αυτήν αποτελούν κατώτερο είδος ανθρώπου. Πρόκειται για ξεκάθαρη περίπτωση ρατσισμού που, σε κάποιες ιστορικές περιπτώσεις (π.χ. Ναζιστική Γερμανία, Νότια Αφρική, νότιες πολιτείες των ΗΠΑ, κλπ) έλαβε ακραίες διαστάσεις.

Πέρα από το χρώμα της επιδερμίδας, όμως, υπάρχουν άφθονα παραδείγματα κοινωνικού ρατσισμού. Π.χ., η αλαζονεία του ευειδούς ατόμου απέναντι στο μη-ευειδές [1]. Ή, η κομπορρημοσύνη του πλουσιόπαιδου μπροστά στο παιδί μιας φτωχής οικογένειας. Και, πάνω απ' όλα, η κοινωνική αναλγησία που συχνά αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία. Γενικά, η κατωτεροποίηση του άλλου - ή, ισοδύναμα, η ανύψωση του εαυτού - λόγω μη-επιλεγμένων ιδιοτήτων που το κάθε άτομο φέρει, συνιστά τον ορισμό της έννοιας του ρατσισμού [2,3].

Με βάση επιστημονικές θεωρήσεις, τις οποίες δεν έχουμε λόγο (ούτε και δυνατότητα) να αμφισβητήσουμε, η σεξουαλική ταυτότητα ενός ατόμου είναι σύμφυτο - άρα μη-επιλεγμένο - χαρακτηριστικό. Όταν λοιπόν ένα άτομο δηλώνει υπερήφανο για την σεξουαλική του ταυτότητα, υπονοεί ευθέως ότι μία φυσική του ιδιότητα το καθιστά ανώτερο από εκείνους που δεν την διαθέτουν. Μπορούμε να πούμε, έτσι, ότι το άτομο αυτό επιδεικνύει ρατσιστική συμπεριφορά.

Εδώ όμως προκύπτει μία σαφής καταστρατήγηση της έννοιας της κοινωνικής ισότητας. Η δήλωση υπερηφάνειας καταγγέλλεται ως ρατσιστική πράξη όταν εκφέρεται από άτομα με συγκεκριμένη σεξουαλική ταυτότητα, ενώ χαιρετίζεται ως κοινωνικό θέσφατο όταν διαδηλώνεται μαζικά από άτομα με διαφορετικούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς. Με άλλα λόγια, η έκφραση υπερηφάνειας βάσει σεξουαλικών κριτηρίων συνιστά ρατσισμό αλά καρτ. Εξαρτάται από το ποιος δηλώνει "υπερήφανος"!

Και μένουμε να αναρωτιόμαστε, κουνώντας μελαγχολικά το κεφάλι, γιατί ανέβηκαν τόσο πολύ τα ποσοστά κάποιων ακραίων κομμάτων στις πρόσφατες ευρωεκλογές...

[1] https://www.tovima.gr/2023/11/20/opinions/o-adonis-kai-o-ratsismos-tis-eikonas/

[2] https://www.tovima.gr/2014/03/07/international/a-conceptual-approach-to-racism/

[3] https://www.tovima.gr/2013/02/25/opinions/ratsismos-ennoiologiki-proseggisi-mias-etiketas/

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2024

Siegfried Wagner: "Rainulf und Adelasia" - πρελούδιο

Ο Ζίγκφριντ Βάγκνερ (Siegfried Wagner, 1869 – 1930) υπήρξε ένας μάλλον αδικημένος συνθέτης. Πρώτα απ' όλα, αδίκησε ο ίδιος τον εαυτό του εστιάζοντας το έργο του στην όπερα - ένα είδος στο οποίο είχε εμφανείς δραματουργικές αδυναμίες - αντί στην καθαρά συμφωνική μουσική, όπου, όπως πιστοποιεί η οπερατική εισαγωγή που παραθέτουμε, είχε εξαιρετικό ταλέντο.

Δεύτερο, είχε την "ατυχία" να είναι γιος του Ρίχαρντ Βάγκνερ και εγγονός του Φραντς Λιστ, και μοιραία βρέθηκε - και βρίσκεται ακόμα - στη σκιά των δύο γιγάντων της μουσικής.

Τρίτο, ατύχησε (χωρίς εισαγωγικά η λέξη) να είναι σύζυγος της Βίνιφρεντ Βάγκνερ (Winifred Wagner, 1897 – 1980) η οποία ανέπτυξε στενή φιλία με τον Άντολφ Χίτλερ, με τον οποίο ήταν εμφανώς ερωτευμένη. Λέγεται μάλιστα ότι του προμήθευε ακόμα και γραφική ύλη όταν αυτός έγραφε το "Mein Kampf" στη φυλακή του Λάντσμπεργκ...

Τρίτη 4 Ιουνίου 2024

Ιδανικά


(Γι’ αυτούς που το ’βαλαν κάτω)

Θυμάσαι; 
Για επανάσταση και άλλα ιδανικά μιλούσαμε 
με γλώσσα δανεισμένη, ξύλινη.  
Και ξενυχτούσαμε σε καφενεία φτηνά 
που πια δε θα υπάρχουν,  
μ’ έναν καφέ που εδώ και ώρα κρύωσε 
και την παρέα, 
αντιδικώντας για όλ’ αυτά που δεν καταλαβαίναμε 
αφού μας ξεπερνούσαν. 
Κι επιχειρήματα ζητούσαμε 
διαβάζοντας σα μανιακοί βιβλία κακογραμμένα, 
κακομεταφρασμένα... 

Ήταν, θαρρώ, την εποχή 
που ακόμα δε γνωρίζαμε καλά 
τα ιδανικά μας τόσο ιδανικά να ξεδιπλώνουμε 
στου καθωσπρέπει μπαρ τον καναπέ, 
εκεί που ανταμώνουμε ξανά για «ένα ποτάκι»... 

(Ντίνος Πυργιώτης, ΝΑΥΑΓΗΜΑΤΑ)