Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Οι αλά καρτ "ανθρωπιστικές" ευαισθησίες μας...


Αν αντέχει κάποιος να το ψάξει στο Google, θα βρει αμέτρητες (κυριολεκτικά!) περιπτώσεις δολοφονιών ηλικιωμένων ατόμων μέσα στα ίδια τους τα σπίτια, με τρόπους τόσο απάνθρωπους και κτηνώδεις που ξεπερνούν τη δυνατότητα του ανθρώπινου μυαλού να τους χωρέσει!

Στις περισσότερες από τις περιπτώσεις που έγινε δυνατό να εξιχνιαστούν, θύτες ήταν παράνομοι "μετανάστες" ή τοξικομανείς. Κάποιοι από αυτούς κυκλοφορούν ήδη ελεύθεροι στους δρόμους, έχοντας εκτίσει ποινές δυσανάλογα μικρές σε σχέση με τα εγκλήματα που διέπραξαν. Σε άλλες περιπτώσεις, που δεν εξιχνιάστηκαν, υπάρχουν μόνο βάσιμες υποψίες...

Τα ονόματα των θυμάτων δεν τα συγκρατήσαμε και δεν τα θυμόμαστε. Ίσως δεν αναφέρθηκαν καν στα δελτία ειδήσεων. Ήταν μόνο κάποιοι άτυχοι "ασήμαντοι" άνθρωποι που την κακιά ώρα βρέθηκαν άθελά τους μπροστά σε κακούς ανθρώπους. Και - κακό του κεφαλιού τους - δεν είχαν ποτέ φροντίσει να καταγραφούν στην προοδευτική μας συνείδηση ως "ακτιβιστές". Ο ακτιβισμός τους ήταν απλά ο αγώνας μιας ζωής ολόκληρης για να στήσουν μια οικογένεια, να κρατήσουν ένα σπίτι, να μεγαλώσουν παιδιά, να στηρίξουν εγγόνια. Συχνά το πλήρωσαν στο τέλος με εγκατάλειψη και μοναξιά. Και ήταν έτσι εύκολα θύματα για τα τέρατα...

Εδώ και μέρες, τα δελτία των ειδήσεων σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, τα κορυφαία ειδησεογραφικά sites, οι εφημερίδες, όλος ο καλός ο κόσμος, τέλος πάντων, αναφέρονται εμμονικά σε ένα πολύ συγκεκριμένο έγκλημα. Το θύμα τείνει να πάρει διαστάσεις εθνικού συμβόλου, ενώ κάποιοι έφτασαν στο σημείο να ενοχοποιήσουν για τον φόνο ολόκληρη, σχεδόν, την ελληνική κοινωνία!

Τελικά, θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι υπάρχουν εγκλήματα δύο ταχυτήτων. Κάποιοι γίνονται μάρτυρες. Και κάποιοι απλά στατιστικές...

Το παρακάτω κείμενο αναφέρεται σε αληθινό περιστατικό που συνέβη στο Παγκράτι το 2012. Ομολογώ με μία δόση ντροπής ότι δεν θυμάμαι το όνομα του ηλικιωμένου θύματος, που θα μπορούσε να ήταν ο πατέρας ή η μητέρα του καθενός μας. Όπως δεν έχω συγκρατήσει και πολλά άλλα ονόματα στην ατέλειωτη λίστα τού αλά καρτ "ανθρωπισμού" μας...

Περί μοναξιάς (ή, τι είναι τελικά ρατσισμός;)

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018

Σκέψεις μετά το ολοκαύτωμα μιας γειτονιάς της Αθήνας


Βλέποντας ανήμερα του «Πολυτεχνείου» την πόλη μου για μία ακόμα φορά να καίγεται από τα χαϊδεμένα παιδιά του πολιτικού συστήματος, βίωσα συναισθήματα και έκανα γενικότερες σκέψεις που με προβλημάτισαν. Μπήκα, τότε, σε μία επώδυνη διαδικασία αυτοαμφισβήτησης και επανεξέτασης σε ό,τι αφορά τα ίδια τα δημοκρατικά μου φρονήματα. Και, καθώς δεν κατέληξα σε οριστικά συμπεράσματα, σκέφτηκα να ζητήσω τη βοήθεια του αναγνώστη του site, μήπως και βρω κάποια άκρη.

Προς διευκόλυνση των κριτών, παραθέτω επιλεκτικά και επιγραμματικά μερικές προσωπικές θέσεις πάνω σε διαχρονικά ζητήματα. Θέσεις που θα μπορούσαν ακόμα και να οδηγήσουν κάποιους στο συμπέρασμα ότι διακατέχομαι από υπολανθάνον «φασίζον» σύνδρομο! Τις θέτω στην κρίση σας:

1. Αγαπώ (ή, σε κάθε περίπτωση, δεν απεχθάνομαι) την τάξη και την ασφάλεια. Αισθάνομαι πιο βολικά στη θέα ενός αστυνομικού απ’ ό,τι σε εκείνη ενός ατόμου που με κοιτάζει με τρόπο ύποπτο. Και θα ήθελα, αν ήταν δυνατό, να υπάρχουν κάμερες με 24ωρη καθημερινή λειτουργία σε κάθε γωνιά της πόλης...

2. Θέλω να ελέγχονται αυστηρά όσοι περνούν τα σύνορα της χώρας μου ζητώντας φιλοξενία. Και όσοι δεν την τιμούν, να τα περνούν άμεσα από την ανάποδη...

3. Γενικότερα, δεν θεωρώ τον φόβο ηθικό παράπτωμα. Γι’ αυτό, δεν καταδικάζω a priori στη συνείδησή μου την ξενοφοβία, ταυτίζοντάς την με το αποκρουστικό φαινόμενο του ρατσισμού...

4. Πιστεύω ότι το κάψιμο της ελληνικής σημαίας θα πρέπει να τιμωρείται με αφαίρεση ιθαγένειας ή απέλαση, ανάλογα με την περίπτωση...

5. Θέλω να καταργηθεί... χθες το λεγόμενο «πανεπιστημιακό άσυλο» της ανομίας και της αλητείας...

6. Δεν θεωρώ την αυτοκαταστροφή μέσω «εξαρτήσεων» ως πράξη ηρωισμού, και δεν δέχομαι το παραμικρό ελαφρυντικό για όσους παρανομούν εις βάρος της κοινωνίας προκειμένου να συντηρήσουν το θλιβερό πάθος τους...

7. Πιστεύω ότι τον Δεκέμβρη του ’08 η πόλη μου πλήρωσε ακριβά ένα τίμημα που δεν της αναλογούσε...

8. Πιστεύω επίσης ότι η Marfin ήταν δολοφονία με πολιτικό υπόβαθρο, η οποία αντί να τιμωρηθεί (συν τοις άλλοις και) πολιτικά, ανταμείφθηκε με εξουσία...

9. Θέλω να ξαναδώ τα Εξάρχεια να γίνονται γνωστά μόνο για τις γραφικές γειτονιές τους, τα παραδοσιακά θερινά σινεμά τους, τα φιλικά καφέ τους, τα σουβλάκια του «Αχιλλέα» και τις νοστιμιές της «Ροζαλίας»...

10. Θέλω, τέλος, την ομάδα μου, την ΑΕΚ, κατευθείαν στη Β΄ Εθνική αν επιτρέψει ξανά την είσοδο στο γήπεδο σε αλήτες και περιθωριακά στοιχεία που βρίσκονται εκεί μόνο και μόνο για να σπάσουν, να κάψουν και να βιαιοπραγήσουν καθ’ οιωνδήποτε. Το τι θα κάνουν οι υπόλοιπες ομάδες ελάχιστα με αφορά...

Ο αναγνώστης μπορεί τώρα να με κρίνει. Και κάθε άποψη σχετικά με την απουσία ή όχι δημοκρατικού φρονήματος από την μηδαμινότητά μου, καλοδεχούμενη. Για να γνωρίζω, επιτέλους, κι εγώ!

Aixmi.gr

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Θλίψη για το Μετρό που παρακμάζει...


Το Μετρό της Αθήνας μπήκε δυναμικά στη ζωή μας ένα Σαββατοκύριακο στο τέλος Ιανουαρίου του 2000. Αυτό που εντυπωσίασε ιδιαίτερα ήταν πως δεν θύμιζε σε τίποτα τη μιζέρια και την παρακμή των υπόλοιπων μέσων μαζικής μεταφοράς. Η καθαριότητα στους σταθμούς ήταν υποδειγματική, ενώ η φρούρηση στους χώρους, η οποία δεν είχε (κυριολεκτικά) το παραμικρό να ζηλέψει από την αντίστοιχη στο Προεδρικό Μέγαρο, έδινε στο επιβατικό κοινό ένα μοναδικό αίσθημα ασφάλειας.

Ύστερα ήρθε η κρίση. Και μαζί με αυτή – ή μάλλον, εξαιτίας της – ήρθαν στο προσκήνιο πολιτικές δυνάμεις που υπόσχονταν ζωή εναρμονισμένη με το σύνθημα «δεν πληρώνω», ενώ παράλληλα θώπευαν τα αυτιά εκείνων που θα βολεύονταν καλύτερα σε μία κοινωνία δίχως νόμο και τάξη.

Βαθμιαία, το Μετρό της Αθήνας άρχισε κι εκείνο να υφίσταται τις συνέπειες της νέας φιλοσοφίας της ελληνικής Πολιτείας. Ο έλεγχος των εισερχομένων και η εν γένει φρούρηση των χώρων χαλάρωναν συνεχώς, με διπλά αρνητικό αποτέλεσμα. Πρώτον, η πληρωμή του κομίστρου κατέληξε να επαφίεται ουσιαστικά στον πατριωτισμό (δηλαδή, το φιλότιμο) του επιβατικού κοινού, και το σύστημα έμειναν τελικά να συντηρούν τα αμετανόητα «κορόιδα» που πλήρωναν κανονικά και πάντοτε εισιτήριο. Δεύτερον (και σπουδαιότερο, κατά τη γνώμη μου), στο σύστημα του Μετρό άρχισαν να έχουν εύκολη πρόσβαση διάφορα περιθωριακά στοιχεία – μερικά, μάλιστα, υπό εμφανή επήρεια ουσιών – τα οποία συχνά τρομοκρατούσαν τους επιβάτες ζητώντας χρήματα με τρόπους ευθέως ή υπαινικτικά απειλητικούς.

Με την τοποθέτηση των αυτόματων θυρών στους σταθμούς, δημιουργήθηκε η προσδοκία ότι τα δυσάρεστα αυτά φαινόμενα θα έπαυαν οριστικά να υφίστανται στο Μετρό. Όμως και το σύστημα των θυρών αποδείχθηκε διάτρητο στην πράξη, αφού το κάθε άνοιγμα μιας θύρας επιτρέπει την είσοδο σε δύο (αν όχι τρία) άτομα. Έτσι, το μόνο που καταρχήν εξασφαλίστηκε είναι ότι, αν μη τι άλλο, θα πληρώνει εισιτήριο ο ένας στους δύο επιβάτες κατά μέσον όρο. Από την άλλη, τίποτα απολύτως δεν άλλαξε σε ό,τι αφορά την προσβασιμότητα επικίνδυνων περιθωριακών στοιχείων στους συρμούς. Θα λέγαμε μάλιστα ότι το φαινόμενο κλιμακώνεται με ρυθμό που προκαλεί ανησυχία!

Με την ευκαιρία της συζήτησης θα ήθελα να παραθέσω μία πρόσφατη προσωπική εμπειρία, ενδεικτική όχι μόνο της χαλαρότητας των μέσων περιφρούρησης στο Μετρό αλλά και της αδιαφορίας που επιδεικνύουν κάποιοι (ευτυχώς όχι πολλοί) στους οποίους έχει ανατεθεί η ασφάλεια των σταθμών και του επιβατικού κοινού.

Κινούμαι στη Γραμμή 2, με κατεύθυνση από Κέντρο προς Ελληνικό. Κάποια στιγμή αισθάνομαι ένα χέρι να μου χτυπά το κεφάλι από πίσω. Ο δράστης, ένα άτομο με ογκώδη σωματότυπο και εμφανή σημάδια ψυχικής διαταραχής, αφού κάθεται απέναντί μου μού ζητά επιτακτικά και χωρίς περιστροφές να του δώσω χρήματα. Στην άρνησή μου να ανταποκριθώ αρχίζει να με κλωτσά στα πόδια. Σε λίγο το σκηνικό επαναλαμβάνεται με θύματα άλλους επιβάτες που κι αυτοί αποφεύγουν να αντιπαρατεθούν με ένα άτομο που δείχνει απρόβλεπτο και επικίνδυνο.

Κατεβαίνω Συγγρού-Φιξ και χτυπώ την πόρτα στο δωματιάκι του υπεύθυνου του σταθμού. Μου ανοίγει ο ένστολος φρουρός που ήταν μέσα, και του περιγράφω το περιστατικό διαμαρτυρόμενος, παράλληλα, για την έλλειψη ουσιαστικού ελέγχου στο Μετρό με αποτέλεσμα την ολοένα αυξανόμενη παρουσία περιθωριακών στοιχείων στα βαγόνια. Μου απαντά – παίζοντας εμφανώς προκλητικά με την νοημοσύνη μου – ότι αυτές είναι καθαρά επινοήσεις του δικού μου μυαλού και ότι, σε κάθε περίπτωση, τα άτομα στα οποία αναφέρομαι ως «περιθωριακά» είναι ίσως τα μόνα που πληρώνουν πάντα εισιτήριο! Συμπλήρωσε μάλιστα ότι όλα αυτά τα λέω γιατί είμαι «προκατειλημμένος»! Υπερνικώντας μία αυθόρμητη αντίδραση για την οποία σίγουρα θα μετάνιωνα κατόπιν, βρήκα την ψυχραιμία να πω απλά ότι δεν είχε νόημα να συνεχίσω τη συζήτηση με κάποιον που μου καταλογίζει προκατάληψη...

Έφυγα από τον σταθμό με το αίσθημα που γεννά η επίγνωση της ματαιότητας μπροστά στην παντοδυναμία ενός βαθιά διαβρωμένου μηχανισμού. Τελικά, το πολιτικό σύστημα δεν χρεοκόπησε απλά την Ελλάδα. Ακόμα περισσότερο, χρεοκόπησε την ίδια τη συνείδηση του Έλληνα που έφτασε το τερατώδες να το θεωρεί σαν «φυσικό». Και, ως γνωστόν, όταν συνηθίσεις στη θέα του τέρατος έχεις αρχίσει πια να του μοιάζεις!

Εις μνήμην, λοιπόν, του παλιού-καλού αθηναϊκού Μετρό...

Aixmi.gr

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Σημάδια αποσύνθεσης (άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη)

Photo: ΤΟ ΒΗΜΑ

Το εξαιρετικό άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη περιγράφει με γλαφυρό τρόπο την αθλιότητα που συναντά κάποιος που τολμά να περπατά σε περιοχές της πρωτεύουσας που έπαψαν ν' ανήκουν στους ανθρώπους της. Αλλά, η αθλιότητα δεν περιορίζεται στους δρόμους: έχει προ πολλού μπει ακόμα και μέσα στα ίδια τα πανεπιστήμια. Για λόγους ύποπτους, η εξουσία απαγορεύει στην Αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Την ίδια ώρα, περιβάλλει με πολιτική "στοργή" κάποιους που καίνε τους αστυνομικούς...

Επιλέγω αποσπάσματα από το άρθρο. Για μερικά από τα γραφόμενα έχω υπάρξει αυτόπτης μάρτυς...

Αν κάποιος αποφάσιζε να φτιάξει ένα πάρκο ψυχαγωγίας με θέμα το κοινωνικό περιθώριο, θα επέλεγε το κέντρο της Αθήνας. Δεν υπάρχει πρωτεύουσα στον δυτικό κόσμο με αυτές τις συνθήκες στο κέντρο της. Μέσα σε ένα θωρακισμένο λεωφορείο, τουρίστες με ακριβές φωτογραφικές μηχανές θα έκαναν ασφαλείς πλεύσεις σε μία θάλασσα εγκλήματος και δυστυχίας. Θα κατέβαιναν από την Αθηνάς προς την Πειραιώς, παρακολουθώντας εμπόριο πρέζας και κλοπιμαίων από φιγούρες που δεν καταλαβαίνεις αν είναι άνθρωποι ή σκιές. Και λίγο πιο μέσα, εκεί που δεν πιάνει το φως του δρόμου, κορίτσια από την Αφρική να προσφέρουν σάρκα για μερικά κέρματα. Βλέπεις ανθρώπους να δέρνονται και δεν ξέρεις αν είναι για πρέζα, για εθνικές αντιπαραθέσεις ή για κανένα κινητό που βούτηξαν από το Μοναστηράκι.
(...)
Περιέργως, οι «αλληλέγγυοι» δεν έχουν κάνει καμιά καταδρομική επιχείρηση για να ελέγξουν αν υπάρχουν κοπέλες που εκδίδονται παρά τη θέλησή τους, αν και είναι εμφανώς «ευαισθητοποιημένοι» σε θέμα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Για αυτό τον λόγο άλλωστε δεν επιτέθηκαν και στο Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας; Πήγε ένας κανονικός λόχος οπλισμένος, έκαψαν περιπολικό, παραλίγο να σκοτώσουν ανθρώπους και όμως δεν έγινε ούτε μία σύλληψη, ούτε μία προσαγωγή. Μεταξύ μας και να γινόταν θα άλλαζε κάτι; Θα ήταν οι αλληλέγγυοι στη ΓΑΔΑ, η Κούρτοβικ με τον αγωνιστή, θα ορίζονταν δικάσιμος και μην τον είδατε. Ξέρετε κανέναν που πήγε στη φυλακή για αυτά τα πράγματα; Όχι, δεν πας φυλακή. Πας στη Σύγκλητο, για «πανεπιστημιακές διαδικασίες», που λέει και ο Κυρίτσης. Ομάδα φοιτητών κράτησε εγκλωβισμένους τους καθηγητές, ζητώντας να μην υπάρξει απόφαση για έξοδο του Ρουβίκωνα από τη Φιλοσοφική - προφανώς διδάσκονται Λατινικά στο γραφείο του...

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο Protagon.gr

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

Στη λίμνη της Φιλαδέλφειας

Μια βόλτα στη λίμνη της Νέας Φιλαδέλφειας. Στο τέλος του άλσους, δυο βήματα μακριά από το αιώνια κατασκευαζόμενο γήπεδο της ΑΕΚ...


Τρίτη 7 Αυγούστου 2018

"Οι φλόγες απολογούνται" (ένα ποίημα του Θ. Βαβλίδα)


Ο ποιητής και καλός φίλος Θανάσης Βαβλίδας, μου έστειλε ένα υπέροχο ποίημά του με αφορμή το πρόσφατο άρθρο "Πολιτικές τυμβωρυχίες". Το παραθέτω:


Οι φλόγες απολογούνται



Εμείς δεν είχαμε την πρόθεση να βλάψουμε κανέναν.

Ήταν ο άνεμος, εκείνος που μας ώθησε βιαίως.

Κάποιοι μας έριχναν νερό και έσβηναν τη ράχη μας.

Άλλοι μας έδερναν με δεμάτι' από χλωρά κλαδιά.

Κάποιοι συσσώρευαν τις στάχτες μας σε τύμβους.

Άλλοι μας έκλειναν το δρόμο απομακρύνοντας φυτά και μπάζα.

Ακούγαμε κραυγές, εκρήξεις, καμπάνες...

Ειλικρινά, εμείς δε φταίμε,

είμαστε φτιαγμένες από σπίθες κι ανεμόσαρκα.

Αναλαμβάνουμε τη φυσιοκρατική ευθύνη των πράξεών μας.


Θανάσης Βαβλίδας

Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ (1978)

Τηλεοπτική σειρά βασισμένη στο ομώνυμο "παρθενικό" μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη.
Παίζουν: Γιάννης Ζαβραδινός, Ελεωνόρα Σταθοπούλου, Ντόρα Χατζηγιάννη, Μανώλης Λογιάδης, κ.α.
Σκηνοθεσία: Τώνια Μαρκετάκη
Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Μούτσιος


Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

Πύλη του Αδριανού

Η Πύλη του Αδριανού (ή Αψίδα του Αδριανού) είναι μνημειώδης πύλη που μοιάζει - σύμφωνα με ορισμένες απόψεις - με Ρωμαϊκή θριαμβική αψίδα. Κάλυπτε έναν αρχαίο δρόμο από το κέντρο της Αθήνας προς ένα συγκρότημα οικημάτων στην ανατολική πλευρά της πόλης, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν ο Ναός του Ολυμπίου Διός. Θεωρήθηκε πως η πύλη αυτή κατασκευάστηκε για να εορταστεί η άφιξη (adventus) του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αδριανού και για να τιμηθεί αυτός για τις πολλές ευεργεσίες του στην πόλη, με την ευκαιρία της αφιέρωσης παρακείμενου ναού το 131 με 132 μ.Χ. (Βικιπαίδεια)

Athens: Hadrian's Arch

Κυριακή 8 Ιουλίου 2018

Ελπίζω τα φαινόμενα να απατούν...


Πριν πολλά χρόνια πηγαίναμε τακτικά για φαγητό στο «Νέον», στο Σύνταγμα. Είχε μεγάλη ποικιλία πιάτων για όλα τα γούστα, ενώ το salad bar ήταν από τα καλύτερα (αν όχι το καλύτερο) της πόλης!

Κάποια στιγμή διαπιστώσαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Οι σαλάτες γίνονταν όλο και πιο φτωχές – ώσπου έγιναν υποτυπώδεις έως μίζερες –, οι επιλογές στο μενού λιγόστευαν μαζί με το προσωπικό του εστιατορίου, ενώ φτάσαμε στο σημείο να μη βρίσκουμε μαχαιροπήρουνα (τα πλαστικά ήταν, βέβαια, μια κάποια λύση)...

Μοιραία, αυτή η παρακμή ήταν προανάκρουσμα για το κλείσιμο της επιχείρησης. Και, πράγματι, σε λίγο καιρό το αγαπημένο εστιατόριο στην πλατεία Συντάγματος δεν υπήρχε πια!

Οι μελαγχολικές αυτές μνήμες μού έρχονται στο νου κάθε φορά που βλέπω να παρακμάζει κάτι που πριν έσφυζε από ζωή. Όχι απαραίτητα μια επιχείρηση αλλά, ακόμα περισσότερο, ένας πνευματικός οργανισμός. Ή, σε όρους Διαδικτύου, ένας ιστότοπος που υπήρξε, ιστορικά, σημείο συνάντησης σκεπτόμενων ανθρώπων...

Ελπίζω τα φαινόμενα να απατούν. Γιατί, θα ήταν κρίμα. Πολύ κρίμα...

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Η σονάτα του Κρόιτσερ


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Ο ιδιοκτήτης της βάρκας δεν πίστευε στα μάτια του. Τόσα λεφτά για ένα σχεδόν σάπιο σκαρί που καιρό τώρα έψαχνε τρόπο να ξεφορτωθεί! Ο αγοραστής δεν ήταν από εκείνους που λένε πολλές κουβέντες. Πλήρωσε χωρίς παζάρια και διαμαρτυρίες το ποσό που του είχε ζητηθεί, χαιρέτησε βιαστικά και μπήκε αμέσως στη βάρκα.

Καθώς ξανοιγόταν στο πέλαγος, «έπαιξε» για μία ακόμα φορά την ταινία της ζωής του τα τελευταία δύο χρόνια. Για μουσική υπόκρουση υπήρχε πάντα ο ήχος από τα κύματα. Και ό,τι έλειπε θα το συμπλήρωνε ο ίδιος – ήταν, εξ άλλου, μουσικός. Έπιασε το έργο από τους τίτλους της αρχής. Κι εκεί το όνομα του σκηνοθέτη δεν ήταν το δικό του. Ήταν αυτό της μοίρας. Με τη μορφή της γυναίκας...

Την είχε πρωτο-αντικρίσει στο Λυκαβηττό, σε μία από τις κοντινές, μικρές «αποδράσεις» του από το ιδιωτικό του στούντιο. Συνόδευε τους μαθητές κάποιου Λυκείου σε μια ημερήσια εκπαιδευτική εκδρομή. Ήταν καθηγήτρια φιλολογίας. Τον είχε ρωτήσει πώς θα βρουν το δρόμο για ένα πολιτιστικό κέντρο που βρισκόταν κάπου εκεί κοντά. Προσφέρθηκε να τους πάει ο ίδιος ως εκεί – δεν είχε, άλλωστε, πολλή δουλειά εκείνη τη μέρα.

Συζητώντας μαζί της στο δρόμο, έμαθε τα πρώτα πράγματα για κείνη. Αγαπούσε τη μουσική, αν και δεν είχε μουσικές γνώσεις. Και, όπως του εκμυστηρεύτηκε, είχε ένα διαχρονικό απωθημένο: να ακούσει τη «σονάτα του Κρόιτσερ», του Μπετόβεν. Της είχε μιλήσει κάποτε γι’ αυτήν ένας καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο, υπό την επίβλεψη του οποίου έκανε τότε μεταπτυχιακές σπουδές.

Είχε απορήσει κι ο ίδιος με το θάρρος του όταν της πρότεινε να περάσει κάποια μέρα από το στούντιό του εκεί στο Λυκαβηττό, να ακούσει επιτέλους τη φοβερή αυτή σονάτα που είχε στοιχειώσει τον Τολστόι! Κι εκείνη είχε δεχθεί αμέσως, με τον άδολο ενθουσιασμό ενός παιδιού.

Πήγε πολλές φορές στο στούντιο μέσα σ’ αυτά τα δύο χρόνια. Και κάθε συνάντησή τους ξεκινούσε με την ακρόαση της σονάτας του Κρόιτσερ, σαν απαραίτητος πρόλογος σε ένα σχεδόν μεταφυσικό τελετουργικό. Στο τέλος, πάνω στη χαλάρωση, μιλούσε για τον εαυτό της. Κι εκείνος ήταν πάντα πρόθυμος να ακούει...

Του είπε για τα οικογενειακά της προβλήματα και για μια ζωή αφυδατωμένη πια από συναισθήματα και συγκινήσεις. Ο γάμος της υπήρξε ένα είδος φυγής από φαντάσματα που την κυνηγούσαν από παλιά. Το πιο μεγάλο από αυτά, όμως, ήταν η μνήμη του καθηγητή. Ναι, θυμήθηκε την περίπτωση, ήταν πρώτο θέμα για καιρό στις εφημερίδες και την τηλεόραση. Καθηγητής της Φιλοσοφίας που είχε χαθεί με τρόπο μυστηριώδη στη θάλασσα. Είχε μόλις αγοράσει μια βάρκα και κάποιος τον είχε δει να ξανοίγεται στο πέλαγος. Η βάρκα δεν βρέθηκε ποτέ...

Κι έτσι πέρασαν δύο χρόνια γεμάτα μουσική, συγκινήσεις και εξομολογήσεις. Μα, όσο εκείνος δενόταν περισσότερο μαζί της, τόσο εκείνη απομακρυνόταν απ’ αυτόν. Οι επισκέψεις της γίνονταν όλο και πιο αραιές και βιαστικές, ενώ και η συγκίνηση απ’ τη μεριά της ολοένα λιγόστευε. Του μίλησε αόριστα για ένα «φορτωμένο πρόγραμμα» και για έναν νέο κύκλο μεταπτυχιακών σπουδών που είχε αποφασίσει να ξεκινήσει. Ώσπου, ξαφνικά, μια μέρα εκείνος βρήκε ένα γράμμα ριγμένο κάτω από την πόρτα του στούντιο.

Ήταν από εκείνη. Ο γραφικός χαρακτήρας δεν πρόδινε ταραχή, δεν φανέρωνε δισταγμό. Η γραφή ήταν σίγουρη, σαν από άτομο συνειδητοποιημένο, αποφασισμένο και ήρεμο. Σαν από άνθρωπο που δεν θα δίσταζε να πατήσει εν ψυχρώ τη σκανδάλη...

Αφού τον ευχαρίστησε (μάλλον τυπικά, ή έτσι του φάνηκε) για όσα «ωραία» είχαν μοιραστεί τα δύο αυτά χρόνια, του αποκάλυψε τους πραγματικούς λόγους που την είχαν φέρει σ’ εκείνον «κατά πρωτόγνωρη, για εκείνη, παράβαση των αρχών της». Ήταν το συναισθηματικό και υπαρξιακό κενό στο οποίο ζούσε εδώ και πολύ καιρό... Ήταν μια υποσυνείδητη ανάγκη εκδίκησης για κάποιον που χρόνια τώρα την καταπίεζε ενώ παράλληλα την υποτιμούσε σαν γυναίκα... Αλλά, πάνω απ’ όλα, ήταν το πάντα ανοιχτό τραύμα του ανεκπλήρωτου που άφησε πίσω της η σχεδόν μυθική μορφή ενός δασκάλου που εκείνη κάποτε πόθησε πολύ, μα δεν μπόρεσε (ίσως δεν πρόλαβε) να κατακτήσει. Τον κέρδισε, τελικά, η θάλασσα, στην οποία εκείνος αυτοθέλητα παρέδωσε ψυχή και σώμα...

Και η σονάτα του Κρόιτσερ, που άκουγαν μαζί σε κάθε τους συνάντηση στο στούντιο, ήταν μια υπερκόσμια γέφυρα που την πήγαινε σ’ εκείνον που της είχε πρωτομιλήσει κάποτε γι’ αυτό το μουσικό έργο. Μα, για να δώσει στον εαυτό της την ψευδαίσθηση της υλικής υπόστασης και της φυσικής παρουσίας του ανθρώπου που αντιπροσώπευε το ανεκπλήρωτο όνειρό της, είχε ανάγκη από ένα μέσο που θα σωματοποιούσε την ιδεατή μορφή του. Ένα εξ ορισμού και κατ’ ανάγκη υποδεέστερο υποκατάστατο, αφού κανείς δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με έναν ημίθεο!

Έμεινε πολλές μέρες να κοιτάζει το γράμμα χωρίς να βρίσκει τη δύναμη να το ξαναδιαβάσει. Δεν είχε καν την αυταπάτη μιας υποτιθέμενης παρανόησης που συχνά συμβαίνει στην πρώτη ανάγνωση. Και δεν είχε την παραμικρή διάθεση να εργαστεί, λες και η έμπνευση τον είχε κι εκείνη εγκαταλείψει. Το καπάκι του πιάνου είχε μείνει ανοιχτό, όπως και η παρτιτούρα με τις σπουδές του Σοπέν πάνω στο αναλόγιο...

Όταν κατάφερε, τελικά, να συνέλθει κάπως, πήρε μία λευκή κόλλα χαρτί από το συρτάρι και κάθισε στο τραπέζι ξεβιδώνοντας την πένα του:

«Δεν πρόκειται να σε κατηγορήσω, είτε για τους λόγους που ήρθες, είτε για εκείνους που έφυγες. Αυτές τις μέρες διάβασα τα βιβλία του και κατάλαβα τι διδάχθηκες από εκείνον. Οφείλω να παραδεχθώ πως έχει δίκιο όταν μιλάει για την απόλυτα αδιαπραγμάτευτη ελευθερία και για τα ‘θέλω’ που παραμερίζουν τα ‘πρέπει’. Η βούληση ενός ανθρώπου δεν είναι ιδιοκτησία κανενός άλλου, και η αυτοδιαχείρισή της είναι αυτονόητο ατομικό δικαίωμα που δεν μπορεί να υπόκειται στον παραμικρό ηθικολογικό περιορισμό!

Κάποια στιγμή ένιωσες πως με χρειαζόσουν. Είτε για να ξεπεράσεις τα προσωπικά σου αδιέξοδα και να γεμίσεις το υπαρξιακό σου κενό, είτε για να ζήσεις την ψευδαίσθηση μιας ανεκπλήρωτης εμπειρίας που η ζωή δεν σε είχε αφήσει να γευτείς. Δεν γνωρίζω αν όλα αυτά δεν τα χρειάζεσαι πια, ή αν βρήκες τώρα κάποιον που σου τα εκπληρώνει περισσότερο. Αυτό δεν θα το μάθω ποτέ... Όμως, δεν έχω το δικαίωμα να σε κρίνω. Η ζωή είναι μία τεράστια αγορά προσφοράς και ζήτησης όπου όλα ανταλλάσσονται ελεύθερα με τους πιο συμφέροντες όρους και στην καλύτερη τιμή. Ακόμα και τα ανθρώπινα συναισθήματα. Αν υποτεθεί ότι το είδος υπάρχει ακόμα...

Σε κάποια παλιά ταινία, όπου ο ήρωας της ιστορίας δίνει άνιση μάχη να κερδίσει τη γυναίκα του με αντίπαλο το φάντασμα ενός – υποτίθεται πεθαμένου – παλιού εραστή, ο σύζυγος ομολογεί με απόγνωση ότι η μάχη αυτή είναι ήδη χαμένη. Γιατί, έναν πραγματικό άνθρωπο τον πολεμάς. Έχει αδυναμίες, έχει κακές πλευρές... Ένα όνειρο, όμως; Ένα φάντασμα πώς θα μπορέσεις να το πολεμήσεις; Είναι πιο ζωντανό απ’ την ίδια τη ζωή!

Εγώ αναμετρήθηκα με ένα όνειρο κι έχασα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει αφού δεν ήμουν παρά ένα ασήμαντο υποκατάστατό του; Όμως, ακόμα κι έτσι, ίσως και για να περισώσω ό,τι έχει απομείνει – αν έχει απομείνει κάτι – από τον αυτοσεβασμό μου, ας έχω τουλάχιστον τη γενναιότητα να τραβήξω την αναλογία ως το τέλος της. Ο δρόμος για τη δική μου μηδαμινή αθανασία είναι, λοιπόν, ήδη χαραγμένος. Δεν χρειάζεται καν να τον ψάξω στο χάρτη...

Ξέχασα να σου πω, σκέφτηκα να αγοράσω μια βάρκα. Ο τόπος εδώ στη στεριά δεν με χωράει πια, ακόμα και ο Λυκαβηττός πέφτει πάνω μου και με πλακώνει! Βρήκα μία μεταχειρισμένη σε μάλλον καλή τιμή. Βέβαια, η τιμή δεν έχει, τελικά, και τόση σημασία...»

Ακούμπησε το γράμμα δίπλα στο δικό της κι απομακρύνθηκε απ’ το τραπέζι. Άλλωστε, δεν ήξερε διεύθυνση για να το στείλει. Μα, ακόμα κι αν ήξερε δεν θα ξέπεφτε ποτέ σε μια τέτοια μικροπρέπεια που βαθύτερο στόχο θα είχε να την εκθέσει. Άφησε ξεκλείδωτο το στούντιο φεύγοντας, χωρίς να ρίξει μια ματιά πίσω του...

Καθώς ξανοιγόταν τώρα όλο και πιο βαθιά στο πέλαγος, οι μνήμες ξεθώριαζαν, γίνονταν ένα με τις ακτές που ξεμάκραιναν. Ώσπου βίωσε, τελικά, την τρομαχτική εκείνη ηδονή της υπαρξιακής μοναδικότητας στη μέση του απέραντου...

Κανείς δεν ξανάκουσε γι’ αυτόν, κι ούτε η βάρκα του βρέθηκε ποτέ. Μόνο ο άνεμος είναι φορές που φυσά περίεργα σ’ εκείνα τα απόμακρα θαλασσινά τοπία, σχηματίζοντας ήχους απόκοσμους. Δεν παίρνω όρκο, μα κάποια στιγμή, περνώντας με το καράβι, ένιωσα πως άκουσα το σπαραχτικό θέμα του βιολιού απ' τη σονάτα του Κρόιτσερ του Λουδοβίκου Μπετόβεν...



Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018

Εικόνες μιας πόλης που αντέχει στο χρόνο...

Athens: Garden at Zappion
Κήπος στο Ζάππειο

Athens: Syntagma Square
Πλατεία Συντάγματος

Athens: Syntagma Square
Πλατεία Συντάγματος

Athens: Kotzia Square
Πλατεία Κοτζιά

Acropolis: The Herodion
Ηρώδειο

Acropolis: The Herodion
Ηρώδειο

Acropolis: The Herodion
Ηρώδειο

A night view of Herodion
Ηρώδειο, τη νύχτα...

Constantin Carathéodory - Albert Einstein on a wall
Καραθεοδωρή - Αϊνστάιν. Σε έναν τοίχο στην Ιερά Οδό

The Lake in Nea Philadelphia
Πάρκο Νέας Φιλαδέλφειας

The Lake in Nea Philadelphia
Πάρκο Νέας Φιλαδέλφειας

Lake in Nea Philadelphia
Πάρκο Νέας Φιλαδέλφειας

Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Για έναν δάσκαλο που, ίσως, δεν υπήρξε ποτέ…


Πάνε είκοσι χρόνια, τώρα, που έφυγε από τη ζωή ένας δάσκαλος. Δεν είχα ακούσει ποτέ το όνομά του (ήταν σε επιστημονικό πεδίο εντελώς διαφορετικό από το δικό μου) ως τη μέρα, πρόσφατα, που βρέθηκα τυχαία σε μία διάλεξη με θέμα την εκπαίδευση. Κι εκεί μίλησε γι’ αυτόν ένας πρώην φοιτητής του στο Πανεπιστήμιο. Με μεγάλο θαυμασμό και απέραντη αγάπη για τον δάσκαλο, όμως δίχως την παραμικρή ένδειξη θεοποίησης και ειδωλολατρίας. Γιατί, όπως τόνισε ο ομιλητής, ο δάσκαλος είναι πάνω απ’ όλα άνθρωπος. Με γήινες ατέλειες κι αδυναμίες... 

Παραθέτω από μνήμης, με άτακτη σειρά, τα πιο σημαντικά πράγματα που άκουσα για τον άγνωστο σε εμένα δάσκαλο: 

Όταν δίδασκε δεν έκανε ποτέ μονόλογο από την κορυφή του Ολύμπου. Έκανε διάλογο με τους μαθητές του και τους ενθάρρυνε να τον διακόπτουν, όχι μόνο για να τον ρωτούν αλλά και για να τον διορθώνουν. Τους ζητούσε να τον αμφισβητούν διαρκώς, όπως και να αποδέχονται πάντα την αμφισβήτηση στο πρόσωπό του απ’ όπου κι αν αυτή προέρχεται. «Όποιος μας αμφισβητεί δεν είναι εχθρός μας», έλεγε, «αλλά μια καλή ευκαιρία να επανεξετάσουμε τις βεβαιότητές μας για το αλάνθαστο του εαυτού μας»

Το ακροατήριό του στο αμφιθέατρο δεν χρησίμευε σαν καθρέφτης για να αυτοθαυμάζεται, δεν ήταν μέσο για να τροφοδοτεί τον – ούτως ή άλλως ανύπαρκτο – ναρκισσισμό του. Ήταν όμως καθρέφτης για να αυτοκρίνεται, να αναγνωρίζει τις ατέλειές του και να βελτιώνεται σαν δάσκαλος και σαν άνθρωπος. Επιζητούσε και απολάμβανε την εκτίμηση και την αγάπη των μαθητών του, δεν τους επέτρεψε όμως ποτέ να γίνουν οπαδοί του διολισθαίνοντας στην προσωπολατρία. Και, για να αποτρέψει τούτο το ενδεχόμενο, δεν έκανε τον εαυτό του να φαντάζει στα μάτια τους σαν ιδανικό και αξεπέραστο πρότυπο, αφού συνειδητά δεν έκρυβε από αυτούς τις ανθρώπινες αδυναμίες του. 

Ήταν βαθιά και ουσιαστικά ταπεινόφρων, δεν δίδασκε απλά τη σημασία της ταπεινοφροσύνης χωρίς να τη βιώνει μέσα του. Ο στόμφος και η οίηση απουσίαζαν ολότελα από τον λόγο του. Αν και ευρυμαθής, δεν επιδιδόταν σε επίδειξη των γνώσεών του με σκοπό να εντυπωσιάσει το ακροατήριό του. Συχνά μάλιστα καμωνόταν πως δεν γνώριζε κάτι και οδηγούσε με τρόπο τους μαθητές του να το ανακαλύψουν μόνοι τους, λέγοντάς τους στο τέλος πως αποτελούσε γνώση που ήδη κατείχαν μέσα τους μα δεν γνώριζαν εξαρχής πως την κατείχαν! Πίστευε και δίδασκε πως στον πυρήνα της μάθησης βρίσκεται η αυτογνωσία. Το «γνώθι σαυτόν» ήταν το σταθερό παιδαγωγικό του αξίωμα. 

Πίστευε επίσης πως το καλό μνημονικό μικρή αξία έχει μπροστά στην ορθή κρίση και τη διάθεση για αναζήτηση. Ο επιστήμων και δάσκαλος, έλεγε, δεν είναι μία απέραντη αποθήκη ονομάτων, χρονολογιών και δεδομένων αλλά ένας νους που μεθοδικά αναζητά την αλήθεια, την αξιολογεί, την οργανώνει, την καταγράφει, και στο τέλος τη μεταλαμπαδεύει στους μαθητές του με τρόπο τόσο απλό και κατανοητό που η αλήθεια αυτή να μοιάζει αυτονόητη. 

Δίδαξε στους μαθητές του την αξία της ζωής και τους εμφύσησε την αγάπη γι’ αυτήν. Έλεγε πως ακόμα και ένας δοξασμένος θάνατος μικρή σημασία έχει αν πίσω του δεν αφήσει μία προσωπική πορεία βιωμένη στην πληρότητά της ως την τελευταία στιγμή. «Ζούμε για να ανακαλύπτουμε συνεχώς πόσο ψηλότερα μπορεί να φτάσει η συνειδητότητά μας», έλεγε, «όχι για να προετοιμάσουμε επιμελώς το τέλος μας τη στιγμή που δεν θα αντέχουμε άλλο το βάρος της ύπαρξής μας»

«Έφυγε» ταπεινά κι αθόρυβα, έτσι όπως έζησε. Όχι ως ισχυρός, αλλά με βαθιά επίγνωση του πεπερασμένου της ύπαρξής του. Ούτε όμως κι έρημος, αφού δεν ανέβηκε ποτέ σε μοναχικές βουνοκορφές για να βλέπει τους άλλους από ψηλά, σαν να ήταν επίγειος θεός. Ο θάνατός του δεν αποτέλεσε πρώτο θέμα στα media, δεν έγινε ιστορία μυστηρίου κι ούτε θρύλος που στοίχειωσε τη λαϊκή φαντασία. Άφησε πίσω του κληρονόμους και συνεχιστές της σκέψης του, όχι στενόμυαλους, σκληροπυρηνικούς και μισαλλόδοξους οπαδούς. Και άφησε τις φοιτήτριές του με τη γλυκιά ανάμνηση ενός σεμνού δασκάλου, όχι με αίσθημα οιονεί χηρείας για την απώλεια κάποιου αυτάρεσκου εν δυνάμει εραστή... 

Το τέλος της διάλεξης με βρήκε να αμφιβάλλω κατά πόσον αυτές οι ιδιότητες θα μπορούσαν πράγματι να αντιστοιχούν σε υπαρκτό πρόσωπο στον ακαδημαϊκό χώρο. Άραγε, μήπως ο δάσκαλος αυτός δεν ήταν παρά δημιούργημα της φαντασίας του ομιλητή, κάποιος που θα ‘θελε να είχε συναντήσει στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα μα δεν το αξιώθηκε ποτέ; Ή μήπως είχε υπάρξει, όχι όμως στον κόσμο τούτο αλλά σε ένα Σύμπαν αντιύλης όπου τα αρνητικά γίνονται θετικά και τα δεξιόστροφα αριστερόστροφα; 

Μη θέλοντας, εν τούτοις, να καταστρέψω τη μαγεία που είχα βιώσει, αποφάσισα να μην καταφύγω σε μηχανές αναζήτησης στο Διαδίκτυο ενώ απέφυγα και να κάνω διερευνητικές ερωτήσεις στον βιβλιοπώλη μου. Εξ άλλου, τι κι αν ο δάσκαλος αυτός δεν είχε, τελικά, υπάρξει; Και τι θα απέκλειε το ενδεχόμενο να εμφανιστεί άξαφνα μια μέρα ένας σαν αυτόν σε κάποια αίθουσα διδασκαλίας, τη στιγμή ακριβώς που κανείς πια δεν θα ανέμενε τον ερχομό του; 

Βέβαια, έχουν περάσει αιώνες από τότε που ο τελευταίος δάσκαλος του είδους έφυγε από τη Γη, δηλώνοντας ως το τέλος ότι το μόνο που γνώριζε ήταν πως δεν γνώριζε τίποτα! Κάποιοι προσπάθησαν αργότερα να μιμηθούν το δικό του τέλος, πίνοντας ενδεχομένως παρόμοιο ποτό. Με μία διαφορά μόνο: εκείνοι γνώριζαν τα πάντα... 

Aixmi.gr

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

Εικόνες μιας πόλης...








Ανθρωπισμός και συμφιλίωση στο «Σπίτι δίπλα στη θάλασσα»


Ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν μάς είχε γοητεύσει πριν λίγα χρόνια με το μαγευτικό φιλμ "Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο". Έτσι, πήγαμε με μεγάλο ενδιαφέρον και εύλογες προσδοκίες να δούμε "Το Σπίτι Δίπλα στη Θάλασσα" (La Villa, Γαλλία 2017).

Η υπόθεση είναι απλή, με κάποιες - συνειδητές ή όχι - αναφορές στον "Βυσσινόκηπο" του Τσέχοφ. Τρία αδέλφια - δύο άντρες και μία γυναίκα, αποξενωμένα από χρόνια, ξανασυναντούνται στο πατρικό σπίτι σε μία πανέμορφη παραθαλάσσια τοποθεσία κοντά στη Μασσαλία, με αφορμή την σοβαρή ασθένεια του πατέρα τους. Ο καθένας τους έχει να παλέψει με τους δικούς του δαίμονες από το παρελθόν, που χρόνια τον στοιχειώνουν υπόγεια και τώρα ξυπνούν ξανά. Όμως, η ανθρωπιά που κρύβουν μέσα τους έρχεται, τελικά, να θεραπεύσει τις πληγές...

Παρά τις αδυναμίες της (θα τις αναφέρουμε πιο κάτω) σε σύγκριση, τουλάχιστον, με το αριστουργηματικό "Κιλιμάντζαρο", η ταινία φέρει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κινηματογραφικής φιλοσοφίας του Γκεντιγκιάν, στην οποία ο σκηνοθέτης μένει πιστός και, από την άποψη αυτή, είναι απόλυτα συνεπής με το προσωπικό του ύφος. Στα μάτια του θεατή ξετυλίγεται και πάλι μια καθαρτήρια, λυτρωτική διαδρομή από την άρνηση στην κατάφαση, από την πικρία στη συμφιλίωση, από το σκοτάδι στο φως, κι ακόμα - γιατί όχι; - από τον θάνατο στη ζωή! Παράλληλα, μέσα από την υπαρξιακή αυτή πορεία αναδεικνύεται η ωραιότητα της ανθρώπινης ψυχής.

Έτσι, σε ό,τι αφορά την φιλοσοφική προσέγγιση του Γκεντιγκιάν, θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε λέξη προς λέξη τα περισσότερα από εκείνα που είχαμε γράψει στις 22-3-2012 στο "Βήμα", στην κριτική μας τοποθέτηση πάνω στα "Χιόνια του Κιλιμάντζαρο" (αφαιρώ τις λίγες φράσεις που αναφέρονται σε εκείνη ειδικά την ταινία):

--------------------------------

Το ερώτημα είναι απλό και απέχει πολύ απ’ το να είναι ρητορικό: Η Τέχνη μιμείται τη ζωή, ή η ζωή την Τέχνη; Οι οπαδοί του ρεαλισμού θα επιλέξουν ανεπιφύλακτα την πρώτη εκδοχή: η ζωή είναι γεμάτη ασχήμιες, τις οποίες οφείλει να αποτυπώνει χωρίς τεχνητές ωραιοποιήσεις η Τέχνη (είναι μάλιστα θεμιτό ακόμα και να υπερθεματίζει μέχρις υπερβολής στην καταγραφή τους, αν αυτό υπηρετεί καλύτερα τους στόχους της).

Συχνά, τα όρια ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον πεσιμισμό είναι δυσδιάκριτα για τον δημιουργό του έργου Τέχνης. Ειδικά στον κινηματογράφο, ο θεατής πρέπει να φύγει από την αίθουσα με σκοτεινές σκέψεις και αισθήματα ματαιότητας και αρνητικής ψυχικής φόρτισης. Το happy ending είναι ταμπού, και το θετικό μήνυμα δυσεύρετο (αφού η ίδια η ζωή δεν το εμπεριέχει). Από το σύμπλεγμα αυτό δεν ξέφυγε ούτε μια κατά τα άλλα αξιόλογη Ελληνική ταινία, που όμως δύσκολα θα την κατέτασσε κανείς καταρχήν στη σχολή του ρεαλισμού: η "Πολίτικη Κουζίνα"!

Στον αντίποδα του ρεαλισμού ορθώνεται ο ιδεαλισμός, μια φιλοσοφική αντίληψη που επιφυλάσσει στην Τέχνη έναν ευγενέστερο και πιο φιλόδοξο ρόλο: να δημιουργεί υψηλά πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς, προσφέροντας παράλληλα και τα ψυχολογικά, ιδεολογικά κι αισθητικά κίνητρα στον άνθρωπο ώστε να υπερβεί τις εγγενείς αδυναμίες της φύσης του και να προσεγγίσει τα πρότυπα αυτά.

Η εξαιρετική ταινία του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν (...) ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στις δύο αυτές, αντίθετες φιλοσοφικές τάσεις. Από τη μία, οι σκληρές πραγματικότητες της εποχής (...) Από την άλλη – και αυτά είναι τα στοιχεία που αναδεικνύει προοδευτικά η ταινία ως την καθαρτήρια κατάληξή της – παρελαύνουν από τα μάτια του θεατή σκηνές απίστευτης ομορφιάς όπου θριαμβεύει η φιλία, η ανθρωπιά, η συγχώρεση, η αλληλεγγύη (...). Μα, πάνω απ’ όλα, η αγάπη, ο έρωτας και η σύμπνοια που κρατούν ζωντανό ένα γάμο μέσα στο χρόνο κι ενάντια στις δοκιμασίες της ζωής!

Φύγαμε από τον κινηματογράφο γεμάτοι από αισθήματα που αναπλάθουν την ψυχή, και σκέψεις που θέτουν σε εγρήγορση την συνειδητότητα. Αφήνοντας οριστικά πίσω μας τις οδυνηρές μνήμες νοσηρών ταινιών του Χάνεκε, ή ακόμα νοσηρότερων δημιουργιών των αδελφών Κοέν...

--------------------------------

Σε ό,τι αφορά τον πολιτικό προβληματισμό τού Γκεντιγκιάν στη νέα ταινία, το κέντρο βάρους έχει τώρα μετατοπιστεί από τη διάψευση, κυρίως, των οραμάτων της Αριστεράς μέσα σε έναν αναδυόμενο, ακραία νεοφιλελεύθερο κόσμο, στις νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο Δυτικός κόσμος μπροστά στην έκρηξη του μεταναστευτικού προβλήματος (με κάποιες επιφανειακές αναφορές και στο ζήτημα του ρατσισμού). Εν τούτοις, όπως αναφέραμε στην αρχή, από την ταινία δεν λείπουν και κάποια αδύνατα σημεία. Η αφήγηση στο πρώτο μέρος είναι κατά κύριο λόγο διαλογική (θα λέγαμε, δίνει την εντύπωση θεατρικής παράστασης σε φυσικό, εξωτερικό χώρο) και η υπόθεση "σέρνεται", με αποτέλεσμα να κουράζει κάπως τον θεατή (ο οποίος, πάντως, αποζημιώνεται γενναιόδωρα στη συνέχεια!). Επίσης, το σενάριο αφήνει μια αίσθηση τεχνητής "συγκόλλησης" καταστάσεων που είναι σε μεγάλο βαθμό ασύνδετες μεταξύ τους και δύσκολα μπορεί να δει κανείς με ποιον τρόπο αλληλο-επηρεάζονται.

Αυτό που μένει, όμως, στο τέλος είναι το θετικό μήνυμα πως αξίζει τον κόπο να αλλάξουμε τη ζωή μας προκειμένου να φέρουμε στο φως την ανθρώπινη πλευρά που ίσως αγνοούμε πως κρύβεται μέσα μας. Φυσικά, μια τέτοια ιδεαλιστική προσέγγιση στην Τέχνη δεν εκφράζει το μεγαλύτερο μέρος των δημιουργών, των κριτικών, αλλά και του ίδιου του κοινού. (Από πολύ κοντινό μου πρόσωπο άκουσα πριν χρόνια την σαρκαστική προτροπή "να πάω καλύτερα να δω τη Χιονάτη και τους εφτά νάνους", όταν εξέφρασα την απογοήτευσή μου για την σεναριακή τροπή στο τέλος της "Πολίτικης Κουζίνας"!) Όμως, το καλό με την Τέχνη είναι πως τίποτα δεν είναι οικουμενικό κι απόλυτο, αφού η αίσθηση του ωραίου είναι, εν τέλει, ζήτημα καθαρά υποκειμενικό. Έτσι, κατά το κοινώς λεγόμενο, "σ' όποιον αρέσει"! Στο κοντινό μου πρόσωπο, πάντως, και η νέα αυτή ταινία του Γκεντιγκιάν άρεσε πολύ...

Aixmi.gr

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Κοινός Παρονομαστής (2014)

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας

Πρωταγωνιστούν: Αντώνης Αντωνίου, Βλαδίμηρος Κυριακίδης,
Ρένος Χαραλαμπίδης, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Μαρκέλλα Γιαννάτου


Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

Έτερος Εγώ (2016)

Εντυπωσιακό "Χιτσκοκικό" ψυχολογικό θρίλερ, σε σενάριο - σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια. Αξιόλογη η ερμηνεία του κεντρικού ρόλου από τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη.

Παρεμπιπτόντως, δείτε την θλιβερή (επιεικώς) "κριτική" του Χρήστου Μήτση στο "αθηνόραμα", για την ταινία. Αλήθεια, τι ακριβώς έχουν να προσφέρουν οι κριτικοί σε ένα κοινό το οποίο οι ίδιοι απαξιώνουν; Διαβάστε το κείμενο και θα καταλάβετε τι εννοώ...

Διαβάστε επίσης...